Η ερμηνεία του ελληνισμού προϋπέθεσε την «ένδον» πορεία του ελληνικού στοχασμού, την προσπάθεια, δηλαδή, να αντικρύσουμε τον εαυτό μας όπως αυτός πραγματικά είναι. Η πνευματική πορεία για την ανάδειξή του δεν έγινε από πνευματικούς ανθρώπους που είχαν υψώσει τείχη απέναντι στον κόσμο, αλλά από εκείνους που είχαν στέρεη γνώση του ευρωπαϊκού –ίσως και του παγκόσμιου– στοχασμού. Στοχαστές όπως ο Σεφέρης, ο Ελύτης, ο Θεοτοκάς, ο Τσαρούχης, ο Δημαράς, ο Πικιώνης, που υπήρξαν εξέχοντα μέλη της γενιάς του ’30, συνδύασαν τον μοντερνισμό με την ανάδειξη στοιχείων που καθόρισαν τη φυσιογνωμία του ελληνισμού, όπως τα γραπτά του στρατηγού Μακρυγιάννη, η τέχνη του Θεόφιλου, ο Ερωτόκριτος, τα δημοτικά τραγούδια, η αισθητική της ντόπιας αρχιτεκτονικής κ.α. Συγχρόνως, όλοι τους μας κάλεσαν να «πάμε στον λαό και να φωτιστούμε από αυτόν». Οι λόγοι για μια τέτοια κίνηση είναι πολλοί. Πρώτα-πρώτα, απέδιδαν καίρια σημασία στη λαϊκή παράδοση και τον λαϊκό πολιτισμό. Κατά δεύτερον, θεωρούσαν ότι στοιχεία της παράδοσης διέσωζαν αυθεντικά το αρχαίο τραγωδία (όπως η εκκλησιαστική λειτουργία διέσωζε την αρχαία τραγωδία, το ύφος και το πνεύμα της), ίσως αρτιότερα απ’ ό,τι συμβαίνει στην ευρωπαϊκή φιλολογία.
Παρακαλώ, συμπληρώστε το email σας και πατήστε αποστολή.