Στο βιβλίο του Καπιταλισμός χωρίς αντίπαλο, ο Μπράνκο Μιλάνοβιτς αναλύει τη δυναμική του σύγχρονου καπιταλισμού, ο οποίος, σε όλες του τις εκδοχές (αμερικανικός, κινεζικός), έχει πλέον κυριαρχήσει απόλυτα, με δυσμενείς συνέπειες, καθώς ολισθαίνει προς την πλουτοκρατία, τη διαφθορά, την εμπορευματοποίηση των πάντων, την υποχώρηση του κράτους δικαίου και της δημοκρατίας.
Το μέλλον προβλέπεται ζοφερό. Η αλλαγή του προϋποθέτει μια ριζοσπαστική πολιτική μείωσης των ανισοτήτων.
***
Το βιβλίο σας Καπιταλισμός χωρίς αντίπαλο, που θα κυκλοφορήσει σύντομα, ξεκινάει με την υπόθεση ότι σήμερα βρισκόμαστε μπροστά σε ένα μοναδικό οικονομικό μοντέλο. Εάν ο καπιταλισμός συνεχίσει να γεννά τέτοιες απαράδεκτες ανισότητες, πιστεύετε ότι θα μπορούσε να επιστρέψει κάποια μορφή κομμουνισμού, ως αναπόφευκτη εναλλακτική λύση;
Ο κόσμος παραείναι περίπλοκος ώστε να μας προσφέρεται ένα και μόνο μοντέλο. Στην πραγματικότητα, διαθέτουμε δύο εκδοχές καπιταλισμού. Η πρώτη −την οποία μπορούμε να αποκαλέσουμε «πολιτικό καπιταλισμό»− είναι ουσιαστικά το κινεζικό μοντέλο, το οποίο θεωρώ εντελώς καπιταλιστικό. Η δεύτερη αποτελεί εξέλιξη του αρχικού καπιταλισμού, ο οποίος μέσω της παγκοσμιοποίησης κατέστη υπέρμετρα τεχνοκρατικός και αυταρχικός. Αυτά τα δύο μοντέλα είναι ανταγωνιστικά μεταξύ τους και, εντέλει, μόνο το ένα θα επικρατήσει: κατά τη γνώμη μου, εκείνο που θα ρίξει το βάρος του στη συνιστώσα της εργασίας. Όσον αφορά τον κομμουνισμό, η γνώμη που θα εκφέρω γι’ αυτόν, στο βιβλίο μου, θα είναι αρνητική, από ιστορική άποψη. Νά γιατί δεν νομίζω ότι μπορεί να επιστρέψει. Ωστόσο, πιστεύω ότι σε βάθος χρόνου η ανισότητα θα αποδειχτεί μη βιώσιμη• κατά συνέπεια, άλλα μοντέλα είναι πιθανό, αν όχι και επιθυμητό, να επικρατήσουν. Για τον πρόσθετο λόγο ότι η ιδεολογία τού «να βγάζουμε χρήματα» με οποιοδήποτε κόστος θέτει σε κίνδυνο την οικουμενική αξία της δημοκρατίας. Σήμερα φαίνεται ότι οι εκλογές δεν κερδίζονται χωρίς διαφθορά, και πως ούτε η ίδια η δημοκρατία δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς αυτήν.
Απόσπασμα από συνέντευξη του Μπράνκο Μιλάνοβιτς
στην εφημερίδα Il Manifesto (6/6/2018)
***
Από γεωγραφική άποψη, ο καπιταλισμός είναι ο κυρίαρχος και μάλιστα ο μοναδικός τρόπος παραγωγής σε όλο τον κόσμο, από τη Σουηδία, όπου ο ιδιωτικός τομέας απασχολεί το 70% του εργατικού δυναμικού, μέχρι τις ΗΠΑ, όπου απασχολεί το 85% – ή ακόμα και την Κίνα, όπου ο ιδιωτικός τομέας (οργανωμένος κατά τον καπιταλιστικό τρόπο) παράγει το 80% της προστιθέμενης αξίας. Προφανώς, δεν ήταν έτσι πριν από την πτώση του κομμουνισμού, ούτε πριν εμπλακεί η Κίνα σε ό,τι κατ’ ευφημισμόν αποκαλούμε «μετασχηματισμό» (ενώ δεν επρόκειτο παρά για την αντικατάσταση του σοσιαλισμού από τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής). Η παγκοσμιοποίηση και οι τεχνολογικές επαναστάσεις προκάλεσαν την ανάδυση νέων αγορών, οι οποίες πλέον παρέχουν, έναντι ανταλλάγματος, υπηρεσίες που παλαιότερα προσφέρονταν δωρεάν. Στην ουσία, τούτη η καπιταλιστική επέκταση δεν διαφέρει ιδιαίτερα από εκείνη που γνώρισε η Ευρώπη τον 18ο και 19ο αιώνα, και την οποία τόσο καλά περιέγραψαν ο Άνταμ Σμιθ και ο Καρλ Μαρξ. Σε αυτές τις νέες αγορές, ωστόσο, η επέκταση της εμπορευματοποίησης συνοδεύεται από τη μείωση της πλήρους απασχόλησης. Αφού όμως ο καπιταλισμός επεκτείνεται και ισχυροποιείται, γιατί γίνεται λόγος περί κρίσης;
Αυτό το αίσθημα δυσφορίας αγγίζει μόνο τις πλούσιες δυτικές χώρες και είναι αποτέλεσμα της άνισης κατανομής των κερδών της παγκοσμιοποίησης. Τον 19ο αιώνα ο μεγάλος κερδισμένος τής τότε παγκοσμιοποίησης ήταν η Δύση. Σήμερα τα οφέλη προσπορίζονται χώρες όπως η Κίνα, η Ινδία, το Βιετνάμ ή η Ινδονησία.
Η επέκταση της εμπορευματικής λογικής σε όλες –ή σχεδόν όλες– τις δραστηριότητες είχε επιπτώσεις και στην πολιτική. Παραδοσιακά, η πολιτική ή ο ελεύθερος χρόνος δεν ανήκαν στον τομέα των συναλλαγών. Ωστόσο, έχουν πια φτάσει να ανήκουν, με αποτέλεσμα τη διάβρωση της πολιτικής. Η πολιτική θεωρείται πλέον μια εμπορική δραστηριότητα σαν όλες τις άλλες, με συνέπεια την επικράτηση ενός γενικευμένου κυνισμού.
Επομένως, η κρίση δεν είναι κρίση του ίδιου τού καπιταλισμού, ως συστήματος: προέκυψε από την ανισότητα που προκάλεσε η παγκοσμιοποίηση και από την επέκταση του καπιταλισμού σε τομείς και δραστηριότητες που παραδοσιακά αρνούνταν την παγκοσμιοποίηση. Ο καπιταλισμός είναι πλέον πανίσχυρος, ενίοτε όμως συγκρούεται με βαθιά ριζωμένες πεποιθήσεις. Είτε λοιπόν θα εξακολουθήσει να επενδύει σε νέους τομείς που συνεχίζουν να αντιστέκονται στην εμπορευματοποίηση, είτε θα πρέπει να χαλιναγωγηθεί ώστε να συρρικνωθεί το πεδίο παρέμβασής του.
Απόσπασμα από άρθρο του Μπράνκο Μιλάνοβιτς, στην εφημερίδα Le Monde, με τίτλο «Ο καπιταλισμός έχει γίνει υπερβολικά ισχυρός» (13-14/10/2019)
***
Ο Μπράνκο Μιλάνοβιτς γεννήθηκε το 1953 στο Βελιγράδι. Σπούδασε οικονομικά στο Πανεπιστήμιο του Βελιγραδίου, όπου και ανακηρύχθηκε διδάκτορας.
Θεωρείται ένας από τους εγκυρότερους μελετητές του φαινομένου της οικονομικής ανισότητας και έχει εισαγάγει την περίφημη «καμπύλη του ελέφαντα», που παρουσιάζει τις ανισότητες στην παγκόσμια κατανομή εισοδήματος κατά την περίοδο 1988-2008. Ο Μπράνκο Μιλάνοβιτς διδάσκει στο City University της Νέας Υόρκης και είναι ανώτερος ερευνητής στο Κέντρο Μελετών Εισοδήματος στο Λουξεμβούργο (LIS). Διετέλεσε επικεφαλής οικονομολόγος στην Παγκόσμια Τράπεζα και έχει διδάξει στα Πανεπιστήμια Maryland και Johns Hopkins. Στα ελληνικά, κυκλοφορεί επίσης το βιβλίο του Παγκόσμια ανισότητα (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης).