Στόχος μου στο βιβλίο αυτό είναι να συμβάλω ώστε η συζήτηση για το ασφαλιστικό να μετατοπιστεί από το ατομικό στο συλλογικό επίπεδο. Να αναδείξω τις αναπτυξιακές και μακροοικονομικές επιπτώσεις του ασφαλιστικού. Αυτές έχουν παραμείνει στο περιθώριο των αναλύσεων, παρόλο που είναι εξαιρετικά κρίσιμοι παράγοντες για την πορεία της χώρας – και του ασφαλιστικού. Η έμφαση που δίνεται στις επιμέρους ρυθμίσεις του ασφαλιστικού που αφορούν τις συντάξεις και η αδιαφορία για τις αναπτυξιακές διαστάσεις, που επίσης –αλλά μέσα από διαφορετικές διαδικασίες– καθορίζουν το εισόδημα, την απασχόληση και το βιοτικό επίπεδο των ασφαλισμένων, είναι το ίδιο όπως αν κοιτάζει κανείς το δέντρο αντί το δάσος. Και τα δύο, βέβαια, έχουν σημασία, όμως, έπειτα από τόσες παρεμβάσεις και μη παρεμβάσεις στα χρόνια της κρίσης και έπειτα από τόσα γκρεμίσματα προσδοκιών, η ανάλυση των αναπτυξιακών επιπτώσεων του ασφαλιστικού και ιδίως οι μορφές αλληλεξάρτησής του με πολλά γνωστά, αλλά και νέα, προβλήματα κινείται σε ένα επικίνδυνο κενό.
Συνεπώς, η μεγάλη πρόκληση στα επόμενα χρόνια δεν είναι συνάρτηση απλώς του αν και με ποιον τρόπο θα αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα του ασφαλιστικού. Είναι πώς ξεπερνιούνται αντιλήψεις και στρατηγικές που, μέχρι τώρα, με αναφορά στο ασφαλιστικό μπλοκάρουν συνολικά την πορεία της χώρας προς μια ισχυρότερη αναπτυξιακή τροχιά. Λύση, αν υπάρξει, δε θα προκύψει μέσα από κάποιες ακόμα αλλαγές, όπως αυτές που έχουν θεσπιστεί στα τελευταία είκοσι χρόνια. Μια λύση αποτελεί συνάρτηση μιας αλυσίδας πολιτικών και μιας διαφορετικής κατανόησης της αλληλουχίας των προβλημάτων, που βρίσκονται έξω από το ασφαλιστικό σύστημα το ίδιο.
Στην πορεία αυτής της γραφής, έτυχε να σταθώ σε μια φράση του Αλμπέρ Καμύ: «Ίσως και να μην έχει σημασία αν όσα κάνει κανείς έχουν νόημα ή όχι. Σημασία έχει να βλέπει κανείς μόνο αν αυτά αποτελούν απάντηση στις ελπίδες των ανθρώπων». Μιλώντας για ελπίδες των ανθρώπων, αυτό που διασφαλίζει ότι δε θα τις διαψεύσει κανείς είναι η ειλικρίνεια. Έτσι, παραφράζοντας λίγο τη ρήση του Κέυνς, ότι «μια τέτοια κοινωνία είναι δούλη των ιδεών κάποιου πεθαμένου οικονομολόγου», θεωρώ ότι η κοινωνία μας πρέπει να ξεπεράσει το σύνδρομο του να παραμένει δούλη νεκρών ιδεών ζωντανών οικονομολόγων, πολιτικών, και πολλών άλλων, που επηρεάζουν την πορεία της προς το μέλλον.
Τ.Γ.