Πώς πάνε τα πράγματα
Κυκλοφορεί
ISBN: 978-960-05-1784-2
1η έκδ. || Νέα
Γλώσσα: Ελληνική, Νέα
€ 12.00 (περ. ΦΠΑ 6%)
Βιβλίο, Χαρτόδετο
13 x 21 εκ., 128 σελ.
Σύντομη περιγραφή
Ομόκεντρα διηγήματα, σε ορίζοντα καλοκαιρινό, για τον τρόπο των ανθρώπων, για την αμηχανία ή την αδυναμία τους να απαντήσουν πειστικά στην ερώτηση «πώς πάνε τα πράγματα».
Περιγραφή

Δείχνει συγκεντρωμένη σ’ αυτό που κάνει: κόβει μικρά κομμάτια ψωμιού, τα πιέζει μαλακά στα δάχτυλά της, τοποθετεί τους σβώλους της σε ευθείες – μια ιεροτελεστία που διαρκεί όσην ώρα μιλάμε. Έχουμε χαθεί, λέει ξαφνικά και σηκώνω το βλέμμα να την κοιτάξω, ο ήλιος πίσω της με στραβώνει. Δεν έχω δύναμη να απαντήσω, χαράζω κι εγώ τελετουργικά τη χαρτοπετσέτα μου με την ανάποδη του μαχαιριού ώστε να μπορεί να διπλώσει στα δύο, στα τέσσερα κι ύστερα στα οχτώ. Είναι μια λύπη χωρίς ένταση αυτή που μας έχει καταλάβει, μια μικρή δυστυχία του μεσημεριού που απλώνεται στα άδεια πιάτα, στα ποτήρια, στο τραπεζομάντηλο. Βρισκόμαστε σε μια τυχαία ταβέρνα στην άκρη του λιμανιού, μ’ αυτό το άχαρο μωσαϊκό, πίνω λίγο ακόμα κρασί και κοιτάζω τα χείλη της που σχηματίζουν μια έκφραση πικρίας – μοιάζει να λένε «τι κρίμα». Ακόμα κι έτσι, πικρά, μαζεμένα, στυφά, μου φαίνονται όμορφα τα χείλη της. Θυμάσαι όταν μετακομίζαμε από το σπίτι της Βάρνης; της λέω κάπως αργά, διστακτικά, είχαν μουσκέψει τα χαρτόκουτα από τη βροχή, διαλέξαμε τη χειρότερη μέρα, δεν μου φαινόταν καλός οιωνός· τα παιδιά της μεταφορικής μπαινόβγαιναν παντού, στον καθρέφτη του μπάνιου είχε μείνει η φωτογραφία μας στη βάρκα, αυτή που μας τράβηξε ο Άγγελος, την άφηνα επίτηδες εκεί, ήθελα κάποιος να την προσέξει, κάποιος να σκεφτεί πως υπήρξαμε μαζί, ευτυχισμένοι.

 

Πρόσωπα ευάλωτα και ασταθή, μετέωρα, γυναίκες και άντρες παρόμοια διαψευσμένοι, εγκλωβισμένοι στην πνιγηρή καθημερινότητα. Στο περίπλοκο, διαρκώς ηλεκτρισμένο πεδίο των σχέσεων, η αγάπη μεταμφιέζεται στο αντίθετό της. Απελπισία και ασφυξία, καθήλωση και έλλειψη αντίδρασης, αλλά και τρυφερότητα, κατανόηση, συγχώρεση της ανθρώπινης ανεπάρκειας.

Ομόκεντρα διηγήματα, σε ορίζοντα καλοκαιρινό, για τον τρόπο των ανθρώπων, για την αμηχανία ή την αδυναμία τους να απαντήσουν πειστικά στην ερώτηση «πώς πάνε τα πράγματα».

O Θάνος Κάππας γεννήθηκε το 1962 και έμεινε στην Αμφιλοχία ως τα δέκα του χρόνια – έκτοτε ζει στην Αθήνα. Σπούδασε στη Φιλοσοφική σχολή της Θεσσαλονίκης.

Το 2003 δημιούργησε το μπλογκ «vitamoderna», ενώ κατά την περίοδο 2004-2008 διατηρούσε την ομώνυμη στήλη στην Athens voice. Kείμενα και βιβλιοκριτικές του έχουν δημοσιευτεί σε εφημερίδες και περιοδικά (Δέκατα, Εντευκτήριο, Μπαχάρ, Καθημερινή κ.ά.) καθώς και στη διαδικτυακή πύλη bookpress.gr. Το θεατρικό του κείμενο «Δίκτυο 4» παρουσιάστηκε στον Φούρνο σε σκηνοθεσία Μελίνας Σάρδη.

Εργάζεται στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση για περίπου εικοσιπέντε χρόνια.

Από τις εκδόσεις της Εστίας κυκλοφορεί σε δεύτερη έκδοση το βιβλίο του Πικρούτσικα- πικρούτσικα.

Βιβλιοκριτικές
Θάνο, θέλω να σου μιλώ ψιθυριστά, να μην μας ακούσει κανείς. Αυτή η ενστικτώδης συνομιλία μεταξύ ηρώων και αναγνώστη, από το πρώτο διήγημα («Το παιδί που στέκεται εκεί») της συλλογής Πώς πάνε τα πράγματα του Θάνου Κάππα, συνεχίζεται με τις πολλαπλές αντανακλάσεις της βελούδινης γραφής, του εκλεπτυσμένου υπαινικτικότατου κειμένου – τι είναι, άλλωστε, η λογοτεχνία παρά μια φευγαλέα εντύπωση των πολλαπλών ... >>>
Ας μπω κατευθείαν στο θέμα που απασχολεί το μυαλό μου, προσπερνώνας προσώρας το βιβλίο. Οι Έλληνες συγγραφείς, φορείς μιας μακραίωνης παράδοσης και γι’ αυτό ευαίσθητοι ως προς αυτήν, προσέχουν πολύ τη γλώσσα, αξιοποιούν την ισχύ της, μετέρχονται των δηλωτικών και συνυποδηλωτικών της δυνατοτήτων και πάνω σ’ αυτήν χτίζουν την ατμόσφαιρα, τους χαρακτήρες, τη ματιά στο καθημερινό. Αυτό συχνά στο μυθιστόρημα δεν αποδίδει. >>>

Add: 2020-10-16 09:29:56 - Upd: 2024-12-05 15:34:10