Όλοι πιστεύουν ότι η Σόφι είναι ορφανή. Η αλήθεια είναι πως δεν έχει καταγραφεί η σωτηρία κάποιας γυναίκας σ’ εκείνο το ναυάγιο που άφησε τη Σόφι, μωρό ακόμα, να επιπλέει στη Μάγχη μέσα σε μια θήκη τσέλου. Η Σόφι όμως θυμάται τη μητέρα της να κουνάει τα χέρια της ζητώντας βοήθεια. Ο κηδεμόνας της της λέει πως είναι σχεδόν αδύνατον να ζει η μητέρα της, αλλά το «σχεδόν αδύνατον» σημαίνει πως είναι ακόμα δυνατόν. Και ποτέ δεν πρέπει να αγνοούμε τις πιθανότητες.
Οπότε, όταν η Πρόνοια στέλνει μια επιστολή στον κηδεμόνα της Σόφι, απειλώντας να τη στείλει στο ορφανοτροφείο, εκείνη παίρνει την κατάσταση στα χέρια της και το σκάει για το Παρίσι, με σκοπό να αναζητήσει τη μητέρα της. Το μοναδικό στοιχείο που έχει στα χέρια της είναι η διεύθυνση του κατασκευαστή του τσέλου.
Καταφέρνοντας να ξεφύγει από τις γαλλικές αρχές, η Σόφι γνωρίζει τον Ματτέο και τα παιδιά που ζουν στις στέγες – τα ορφανά χαμίνια που ζουν στον ουρανό. Όλοι μαζί ψάχνουν στην πόλη για να βρουν τη μητέρα της, προτού οι Γάλλοι συλλάβουν τη Σόφι και τη στείλουν πίσω στο Λονδίνο και, το σημαντικότερο, προτού χάσει τις ελπίδες της.