Δώδεκα φίλοι ταξιδεύουν με καγιάκ στο Αιγαίο. Ξεκινάνε το ταξίδι τους από την Πάτμο για να καταλήξουν στη Σύμη. Στην πορεία τους αυτή, συναντούν περιπέτειες και δυσκολίες. Ένα μονόφθαλμο άγριο τράγο, μία ιδιαίτερη γυναίκα που μαγεύει τους πάντες, ένα ναυάγιο, μία σπηλιά που σε κάνει να σκέφτεσαι το θάνατο, σειρήνες, ερημικές παραλίες, κινδύνους και αίσθηση ελευθερίας. Βλέπουν τον ήλιο να δύει μεσοπέλαγα, περπατάνε σε αρχαία μονοπάτια, συνομιλούν με ένα μυστηριώδη γέρο, ερωτεύονται και πλαγιάζουν με όμορφα κορίτσια, κάνουν αναρρίχηση σε απόκρημνες ακτές, παίζουν με τη γάτα του Schrodinger και πλακώνονται στο ξύλο για μερικές μπριζόλες και δύο μπουκάλια κρασί. “Ότι δε με σκοτώνει μου φαίνεται αστείο”, τραγουδάνε φάλτσα οι ταξιδιώτες όταν γλιτώνουν παρά τρίχα από τη Σκύλλα και τη Χάρυβδη ενώ ένα λάθος και ένας απίστευτος έρωτας, οδηγούν τον ήρωα, μόνο του πλέον, στην προσωπική του Ιθάκη, τη Σύμη. Στη Σύμη όπου αυτό που θα βρει ο σύγχρονός μας Οδυσσέας είναι οι ρίζες του, ένα πρόβλημα και μια λύση.