Η μελέτη του σύγχρονου διεθνούς συστήματος και των σχέσεων που αναπτύσσονται μέσα σε αυτό, απαιτεί αφενός διεπιστημονική προσέγγιση, αφετέρου διεύρυνση των οριζόντων της ανάλυσης. Η συζήτηση στη διεθνή επιστημονική κοινότητα λαμβάνει υπόψη ολοένα και περισσότερο αυτή την πραγματικότητα. Ακόμα και η σαφής διάκριση ανάμεσα στην εσωτερική και την εξωτερική πολιτική αμφισβητείται πλέον, καθώς τα όρια μεταξύ των δύο γίνονται ολοένα και πιο δυσδιάκριτα. Ταυτόχρονα, νέα μεθοδολογικά εργαλεία τίθενται στη διάθεση των διεθνολόγων, τα οποία βοηθούν σημαντικά στην επισήμανση ακόμα και παραγνωρισμένων, μέχρι πρόσφατα, πτυχών των σύγχρονων διεθνών σχέσεων. Οι κλασικές θεωρητικές προσεγγίσεις συμπληρώνονται από νέες, οι οποίες επιχειρούν να (ανα) συνθέσουν το πεδίο της έρευνας.
Ο παρών συλλογικός τόμος αποτελεί ακριβώς μια προσπάθεια τέτοιας (ανα)σύνθεσης. Ξεκινά από τη θεμελιώδη παραδοχή ότι καμία ανάλυση των σύγχρονων διεθνών σχέσεων δεν είναι δυνατή εάν δεν πραγματοποιηθεί στη βάση μιας όσο το δυνατόν συνολικότερης προσέγγισης. Τα επιμέρους χαρακτηριστικά της διεθνούς κοινωνίας δεν είναι ασύνδετα, αλλά, αντίθετα, βρίσκονται σε μια συνεχή διαδικασία μεταξύ τους ώσμωσης. Έτσι, το αποτέλεσμα που προκύπτει δεν είναι απαραίτητα το άθροισμα, αλλά μάλλον το γινόμενο αυτών των χαρακτηριστικών. Η κατανόησή τους, επομένως, δεν μπορεί να γίνει παρά μόνο εάν ενταχθούν στο ευρύτερο δυνατό πλαίσιο.
Στο βιβλίο αναγνωρίζονται τέσσερις μείζονες δυνάμεις που κινούν το διεθνές σύστημα. Η πρώτη είναι η πολιτική και οι προτεραιότητες που θέτει. Η δεύτερη εντοπίζεται στον τομέα της οικονομίας, ο οποίος ανέκαθεν συνέβαλλε αποφασιστικά στη διαμόρφωση των διεθνών ισορροπιών. Η τρίτη αφορά τον τρόπο οργάνωσης της διεθνούς κοινωνίας. Τέλος, έμφαση δίνεται και σε μια τέταρτη, συχνά παραγνωρισμένη, κινητήρια δύναμη: την ιδεολογία.