Επιτρέπεται στον δικαστή να μεταβάλει τη νομολογία του στο πέρασμα του χρόνου; Εάν ναι, η δυνατότητα αυτή μεταβολής της νομολογίας θεμελιώνεται στο Σύνταγμα; Ποια είναι τα όρια στην εξουσία του δικαστή να αλλάζει τη δικανική του κρίση; Η αρχή της ισότητας δεσμεύει μόνο τον νομοθέτη και την εκτελεστική εξουσία ή και τον δικαστή, θέτοντας όρια στη δυνατότητα νομολογιακής μεταβολής; Οι συνταγματικές αρχές της ασφάλειας του δικαίου και της προστατευόμενης εμπιστοσύνης απαγορεύουν νομολογιακούς αιφνιδιασμούς του πολίτη όσον αφορά τα θεμελιώδη του δικαιώματα; Ποιοι είναι οι παράγοντες που επηρεάζουν την αλλαγή της νομολογίας; Εκτός από την αυτονόητη επίδραση που ασκεί η μεταβολή των κρίσιμων πραγματικών ή νομικών δεδομένων, ποιο ρόλο διαδραματίζουν παράγοντες, όπως η συνεκτίμηση των συνεπειών των προγενέστερων δικανικών κρίσεων, η αλλαγή στη σύνθεση ενός δικαστηρίου, η διατύπωση μειοψηφιών στις προηγούμενες δικαστικές αποφάσεις και ο διάλογος μεταξύ των δικαστηρίων, ιδίως μεταξύ των εθνικών δικαστηρίων και ενωσιακών/διεθνών δικαιοδοτικών οργάνων; Μήπως υπάρχουν κάποια πεδία του δικαίου που είναι πιο «επιρρεπή» στη νομολογιακή μεταβολή απ’ ό,τι άλλοι κλάδοι του δικαίου;