Το ποτό έγινε το ελιξίριο της ελευθερίας μου. Ήταν μια πράξη επαναστατική, μια πράξη αντίδρασης, αντίστασης. Στην αρχή μπορεί και να ήταν έτσι. Το οινόπνευμα άνοιγε δρόμους. Τι πλάνη! Η επανάσταση πνίγηκε μέσα σε θάλασσες αλκοόλ, σε μεθυσμένες νύχτες καταστροφής, στα κόκκινα μάτια, σε ανόητα φιλιά, στο αλόγιστο ξόδεμα του χρόνου. Πέρασα και καλά, μα σαν ήρθε η ώρα, το αλκοόλ που μου «έδινε» απλόχερα τον πρώτο καιρό, ήρθε σαν τοκογλύφος πιστωτής, όχι μόνο να μου τα πάρει όλα, μα και να με ρίξει στην ανημπόρια, στην αρρώστια και στο χάσιμο του ίδιου μου του εαυτού.
Μια καταιγιστική πρωτοπρόσωπη αφήγηση ζωής ενός νέου που, σε ρόλο σαμποτέρ στην οικογένεια, στο σχολείο και στην κοινωνία, πέρασε διά πυρός και σιδήρου, για να κερδίσει τελικά τη μάχη, για «μία μέρα τη φορά, μόνο για σήμερα».
ΣημείωμαΗ πρώτη εμφάνιση στο χώρο της λογοτεχνίας του Γιάννη Γαβρά με τη νουβέλα του Σαμποτάζ έχει όλα τα στοιχεία που προοιωνίζονται έναν γεννημένο μελλοντικό πεζογράφο της γενιάς του. Γιατί περιέχει όλα όσα προαπαιτούνται σε μιαν ολοκληρωμένη αφήγηση: ύφος κοφτό, γλώσσα κατεργασμένη, εξέλιξη της πλοκής καταιγιστική, ολοκληρωμένους χαρακτήρες και τα λοιπά. Κι αυτό που μου συνέβη, όταν τη διάβασα δυο φορές με απόσταση μιας εβδομάδας, και την πρώτη αλλά και τη δεύτερη φορά, ενώ γνώριζα πια την υπόθεση, πάλι την ξαναδιάβασα μονορούφι.
Ρέει όπως το λαγαρό νερό σε αυλάκι από τσιμέντο. Είναι έτσι δομημένη που δεν σου επιτρέπει καμιά διακοπή. Αρχίζει όπως ξεκινούν τα τρένα, ξεκολλώντας μαλακά από τον σταθμό κι ανεβάζουν ταχύτητα όσο απομακρύνονται από την αφετηρία τους. Μου θυμίζει την πρώτη ταινία του θείου του, Κώστα Γαβρά, Διαμέρισμα δολοφόνων, με το συναρπαστικό μοντάζ της. Στη νουβέλα του ανεψιού δεν έχουμε βέβαια κανένα φόνο, αλλά μιαν αυτοκαταστροφή. Στην ταινία, η αγωνία του θεατή οφείλεται στην αναζήτηση του δολοφόνου από τους πέντε συνεπιβάτες του τραίνου. Στο Σαμποτάζ αγωνιούμε για το αν ο πρωταγωνιστής που αυτοκαταστρέφεται θα τη βγάλει καθαρή στο τέλος ή όχι.
Και τη «βγάζει», με την τελευταία παράγραφο του βιβλίου: «Βγάζω το μπλοκάκι μου απ’ το μπουφάν και αρχίζω να γράφω. Ευτυχώς, έχω και αυτό. Το μπάχαλο του μυαλού μου, στο χαρτί, μπαίνει σε μια τάξη. Καθώς οι λέξεις κυλούν σαν νερό, το τοπίο ξεκαθαρίζει. Βουρκώνω. Λύτρωση».
Άρα, η ίδια η γραφή σώζει. Και χωρίς το βιβλίο να είναι αυτοβιογραφικό. Μπορεί βέβαια ο συγγραφέας να έζησε και να μεγάλωσε μέχρι τα οκτώ χρόνια του στη Σενεγάλη της Αφρικής, όπως και ο αφηγητής-πρωταγωνιστής του, αλλά πέραν αυτού, όλο το υπόλοιπο είναι καθαρή μυθοπλασία βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα, γραμμένη με στυλ τηλεγραφικό, αποφεύγοντας τη διαδικτυακή φλυαρία πολλών μυθιστοριογράφων της γενιάς του. Διαβάστε το και θα συμφωνήσετε μαζί μου. Είμαι σίγουρος.
Βασίλης Βασιλικός
17.02.2019
Μήνυμα ζωής
Η γοητεία του βιβλίου του Γιάννη Γαβρά είναι ότι η αφήγηση του απλώνεται σε πολλά αλληλένδετα επίπεδα, που μας συνδέουν με συλλογικές μνήμες και βιώματα. Είναι εντυπωσιακό πώς καταφέρνει μ’ έναν απλό και άμεσo τρόπο να μεταφέρει μηνύματα που αγγίζουν την ψυχή και τον νου του αναγνώστη.
Ο συγγραφέας δεν αναλώνεται σε αφορισμούς και μονοδιάστατες ερμηνείες αλλά αντίθετα περιγράφει τη μεγάλη εικόνα μέσα στην οποία όλα τα πρόσωπα (γονείς, επαγγελματίες ψυχικής υγείας, δημόσιοι υπάλληλοι όπως και ο ίδιος) είναι εγκλωβισμένοι σε ρόλους που καθορίζονται από συστημικές δυναμικές που διαμόρφωσαν και διαιωνίζουν όλων των ειδών τα κατεστημένα (ψυχιατρικά, οικογενειακά, κοινωνικο-οικονομικά και πολιτικά). Παρόλο που το ανατρεπτικό και προκλητικό του ύφος θυμίζει καταγγελία και βαθιά αμφισβήτηση του κατεστημένου, αυτό που καθιστά την αφήγηση του μοναδική είναι ότι στηλιτεύει εξίσου και τον ίδιο του τον εαυτό.
Πίσω από τη διάχυτη πεσιμιστική ατμόσφαιρα της διήγησης, ο συγγραφέας στέλνει ένα μήνυμα ζωής: Στο χαοτικό και τοξικό περιβάλλον όπου όλοι ζούμε, δεν έχουμε άλλο δρόμο από το να κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε για να πορευόμαστε ελπίζοντας για μια, όσο γίνεται, πιο λειτουργική ύπαρξη και συνύπαρξη. Ο Κώστας, ο ήρωας της νουβέλας του Γαβρά, είναι ένας «επαναστάτης» που δεν προσπαθεί να σώσει τον κόσμο αλλά πιστεύει ότι ο κόσμος μπορεί να γίνει λίγο καλύτερος, αν προσπαθήσει ο καθένας μας να σώσει τον εαυτό του και αν αντιμετωπίζει τους άλλους με κατανόηση και συμπόνια. Η αποφθεγματική του ρήση «Αυτός ο πάτος θα έχει πολύ ταβάνι» συμπυκνώνει το μήνυμα ολόκληρου του βιβλίου.
Χάρις Κατάκη
Ψυχολόγος, Ιδρύτρια του Εργαστηρίου Διερεύνησης Ανθρωπίνων Σχέσεων
Ο Γιάννης Γαβράς γεννήθηκε στην Αθήνα το 1970. Αποφοίτησε από το Λύκειο Αναβρύτων και σπούδασε Οικονομικά στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας. Εργάζεται στο Δημόσιο.
Η ποιητική συλλογή Της ζωής ο σκηνοθέτης κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Μετρονόμος το 2019, ενώ έχουν δημοσιευτεί δύο διήγηματά του στο συλλογικό έργο με τίτλο Αδέσποτα, από τις εκδόσεις Ταξιδευτής. Το Σαμποτάζ είναι το πρώτο του πεζογραφικό βιβλίο.
Παρακαλώ, συμπληρώστε το email σας και πατήστε αποστολή.