Η Μεγκ, η Μπεθ, η Τζο και η Έιμι είναι οι τέσσερις αδερφές Μαρτς, που αγαπούν τρυφερά η μια την άλλη. Ζουν από κοντά τον αμερικανικό εμφύλιο πόλεμο, αφού ο πατέρας τους υπηρετεί στον στρατό. Η ζωή τους είναι δύσκολη και τα οικονομικά μέσα λιγοστά, αλλά με τη βοήθεια της προικισμένης μητέρας τους καταφέρνουν να δίνουν χρώμα στην αβεβαιότητα και τη στέρηση, να ανακαλύπτουν την καλή πλευρά κάθε πράγματος και να χαίρονται με αυτά που τους προσφέρει η ζωή. Νικούν τις ματαιοδοξίες και τις επιπολαιότητες της νιότης, τα λάθη και τα ελαττώματά τους και επικεντρώνονται στο να βοηθούν φτωχούς και άρρωστους γείτονες αγνοώντας τις αντιδράσεις του κοινωνικού περιβάλλοντος. Οι δοκιμασίες και οι δυσάρεστες περιπέτειες δεν σταματούν ποτέ, αλλά εκείνο που τις κρατά ενωμένες είναι η αγάπη που πλημμυρίζει το φτωχό σπιτικό τους.
Η Λουίζα Μέι Άλκοτ (1832-1888) γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Πενσιλβάνια των ΗΠΑ. Τη δεκαετία του 1860 άρχισαν να δημοσιεύονται παιδικές ιστορίες της στην Atlantic Monthly. Λόγω της απήχησής τους, της ζητήθηκε να γράψει ένα μυθιστόρημα για κορίτσια. Αρχικά αρνήθηκε, αντιδρώντας περίπου όπως η Τζο, το αγοροκόριτσο του βιβλίου. Έχοντας μεγαλώσει μαζί με πνευματικές μορφές όπως ο Ρ. Γ. Έμερσον, ο Ν. Χόθορν ή ο Χ. Ντ. Θόρω, θεωρούσε ότι δεν της άρμοζε κάτι τέτοιο. Τα χρέη της οικογένειας, όμως, την ανάγκασαν να αλλάξει γνώμη. Έτσι, το 1868 γράφτηκαν οι πολύ γνωστές πλέον Μικρές Κυρίες, έργο εμπνευσμένο από τη ζωή της, που αγαπήθηκε από την πρώτη στιγμή της κυκλοφορίας του. Η επιτυχία τους ήταν τόσο μεγάλη και τόσο άμεση, ώστε την επόμενη χρονιά η Άλκοτ έγραψε στο ημερολόγιό της: «Δόξα τω Θεώ. Εξόφλησα όλα μας τα χρέη και έχουμε πια αρκετά για να ζούμε καλά... Τώρα μπορώ να πεθάνω ήσυχη».