Μιὰ καμένη πόλη ρημάζει. Πρώην κάτοικοι καὶ στρατιῶτες τριγυρνοῦν ἀνάμεσα στὰ ἐρείπια. Φασματικὲς σκιές περιφέρονται σ᾽ ἕνα τοπίο ἄδειο ἀπὸ κάθε ἴχνος ζωῆς· ὅταν, σπανίως, διασταυρώνονται μὲ κάποιο ἄλλο πλάσμα, ἄνθρωπο ἤ ζῶο, ἡ ἐπαφὴ εἶναι ἀνέφικτη. Ἀπομένει ὁ λόγος· διηγοῦνται ἀποσπασματικὰ τὴν ἱστορία τους, προσπαθώντας νὰ ἀνακτήσουν τὸ χαμένο παρελθόν. Ἀνάμεσα στοὺς μονολόγους παρεμβάλλονται θραύσματα σημειώσεων, τὰ ἀποτυπώματα μιᾶς ψυχικῆς ἐνδοχώρας, ὅπου ὅλα σιγὰ σιγὰ παγώνουν καὶ ἀκινητοποιοῦνται. Ἡ ἀφήγηση κινεῖται σὲ τρεῖς διαφορετικοὺς χρόνους: τὴ ζωὴ πρὶν ἀπὸ τὴν καταστροφή, τὶς μέρες τῆς πολιορκίας καὶ τὴ βασανιστικὴ διάρκεια τοῦ ἐφιάλτη ποὺ ἀκολούθησε.
Μέσα σ’ αὐτὸ τὸ ἰδιότυπο Καθαρτήριο τὰ πρόσωπα τῆς Λιτανείας καταφεύγουν στὸ μοναδικὸ πράγμα ποὺ τὰ συνδέει μὲ τὸν κόσμο, τὴ μνήμη. Ὡστόσο οἱ μνῆμες ἀναδύονται τραυματικὲς καὶ ἡ ἀπώλεια τοῦ νοήματος εἶναι ὁλοκληρωτική. Δὲν ὑπάρχει διαφυγή, μόνο μιὰ ἀτελείωτη ἐπανάληψη ἐπιθυμιῶν, διαψεύσεων, παθῶν καὶ φόβων. Καὶ ἡ λιτανεία τοῦ χρόνου συνεχίζει τὴν ἀέναη πορεία της χωρὶς ἀφετηρία, χωρὶς προορισμό, ἀφήνοντας πίσω της ἱστορίες ποὺ δείχνουν πὼς ἡ ἔρημος εἶναι ἡ ἄλλη πλευρὰ τοῦ μαγεμένου καθρέφτη.
«Ὅ,τι ὀνομάζουν ὕπαρξη εἶναι ἕνα ἵζημα μνήμης ποὺ βουλιάζει στὸν βυθὸ τοῦ χρόνου, ἀδρανὴς ὕλη ξεχασμένη κι ἀπὸ τὸν ἴδιο της τὸν ἑαυτό. Δὲν ξέρουν ὅτι μάταια φοβοῦνται· γιατὶ εἶναι ἤδη κάτι ποὺ δὲν μποροῦν νὰ τὸ ὁρίσουν».
…………………………………………………………………………………………..
Ἡ Μελανία Δαμιανοῦ ζεῖ στὴν Ἀθήνα, ὅπου σπούδασε ζωγραφικὴ καὶ φωτογραφία στὴν Ἀνωτάτη Σχολὴ Καλῶν Τεχνῶν. Ἔχει ἀσχοληθεῖ μὲ τὴν εἰκονογράφηση. Ἡ Λιτανεία τοῦ χρόνου εἶναι τὸ πρῶτο της βιβλίο.