«είμαι όσα μου δόθηκαν»: Με αυτόν τον στίχο ξεκινά ένα ποίημα του Τόλη Νικηφόρου από τη συλλογή του Γαλάζιο βαθύ σαν αντίο (Νέα Πορεία, 1999). Μια σαφής δήλωση αυτοπροσδιορισμού, που παραπέμπει στις καταβολές του ποιητή. Η πρόσφατη έκδοση με τον εύστοχο τίτλο Ίχνη του δέους αποτελεί μια επιλογή ποιημάτων του Τόλη Νικηφόρου από το μακρινό και πρώιμο 1966 ως περίπου το σήμερα, που επιτρέπει να ανιχνεύσουμε στη μακρά ποιητική πορεία του δημιουργού αυτά που του δόθηκαν, τα σημάδια που έγραψαν πάνω του και αποτυπώθηκαν στα ποιήματά του. >>>
Έχω μπροστά μου πέντε βιβλία πρόσφατης σοδειάς (2018) Θεσσαλονικιών συγγραφέων, που, κατά τη γνώμη μου πάντα, δίνουν τον σωστό τόνο αναφορικά με την αναπαράσταση της πόλης, τόσο σε σχέση με τα λογοτεχνικά προσωπεία και τους ανθρώπους της όσο και σε σχέση με τη βαθύτερη ουσία και την αλήθεια της. Η πόλη σ’ αυτά τα βιβλία ξεπηδά αβίαστα και αναδιπλώνεται ως σωματική προέκταση, ως οργανική συνέχεια του ίδιου του δημιουργού. >>>
Διανύοντας ήδη –όπως μαθαίνουμε από την έκδοση– το ογδοηκοστό έτος της ηλικίας του, ο ποιητής Tόλης Νικηφόρου αποφασίζει να κάνει τη δική του επιλογή ποιημάτων από το εκτεταμένο και πολύχρονο έργο του και να την παραδώσει στους αναγνώστες, παρουσιάζοντας προφανώς μια σύνοψη ενδεικτική και του υπολοίπου έργου, ή ίσως θέλοντας να υπομνηματίσει τα –κατά τη γνώμη του– πλέον ουσιώδη. Δεκαεννέα ποιητικές συλλογές και επιπλέον δύο επιμέρους συγκεντρωτικές, κατανεμημένες μεταξύ των ετών 1966 έως 2017, τον χαρακτηρίζουν ήδη ως έναν ακάματο εργάτη της ποίησης και του ονείρου. >>>