«Αγαπώ το παιδί μου» λέει μια μάνα και το παίρνει συνέχεια τηλέφωνο. Λέει ότι το κάνει από αγάπη. «Να δω τι κάνει, πού είναι». Η πραγματικότητα δεν είναι αυτή. Το κάνει διότι δεν αντέχει να της φύγει το παιδί μέσα απ` τα χέρια και ν` ανοιχτεί στη δική του ζωή. «Και με ποιους είσαι; Kαι γιατί αργείς; Και ποιός μιλάει δίπλα σου, ποια είναι αυτή;» Πρόκειται για καχυποψία κι αρρωστημένη σχέση. Αυτό δεν είναι αγάπη. Αγάπη θα πει δόσιμο, θα πει «Θέλω ν` ανοίξεις τα φτερά σου. Θέλω το καλό σου». Αν έχεις την αληθινή αγάπη, θες μόνο το καλό αυτού που αγαπάς. Κι αυτό, ξέρεις τι κάνει τον άνθρωπό σου; Να σ` αγαπά ακόμα πιο πολύ. Να μη ξεκολλά από πάνω σου. Γιατί δεν ξεκολλά; Γιατί εσύ τον αφήνεις να ξεκολλήσει. Όταν αφήνεις κάποιον να ξεκολλήσει από πάνω σου, δεν ξεκολλά. Όταν τον τραβάς με το ζόρι, γίνεσαι απωθητικός και απωθητική. Και πετυχαίνεις το αντίθετο. Η αγάπη πάει μαζί με την ελευθερία. «Σ` αγαπώ, και σ` αφήνω ελεύθερη, και σ` αφήνω ελεύθερο να κάνεις ό,τι θέλεις». Και λες εσύ τότε: «με τόση αγάπη που μου δείχνεις, με κάνεις και σε θέλω πιο πολύ. Διότι με σέβεσαι». Ο Θεός αυτό κάνει. Μας σέβεται κάθε στιγμή της ζωής μας. Και μας αγαπά, σαν το φως του ήλιου και σαν τη βροχή, που πέφτει παντού. Κάθε μέρα ο ήλιος ανατέλλει για όλο τον κόσμο υπενθυμίζοντας διαρκώς την αιώνια θεϊκή αγάπη. Όταν βλέπεις τον ήλιο να λάμπει, είναι σα να σου λέει ο Χριστός: «Και σήμερα πάλι σ` αγαπώ και ας ήσουν ό, τι ήσουν χθες. Και σήμερα σου δίνω ευκαιρία για νέες επιλογές. Κι όταν πέφτει η βροχή Μου, δεν ξεχωρίζει καλούς και κακούς. Όλους τους δροσίζει. Όλα τα σπίτια τα ποτίζει. Όλα τα χωράφια. Και το δικό σου…».