Δύο αιώνες αφότου ο Schopenhauerαπεφάνθη ότι η ζωή αποτελεί μόνο ένα καθήκον το οποίο πρέπει να εκπληρωθεί, και έναν αιώνα μετά την ψυχολογική ερμηνεία των δυσφοριών τού πολιτισμού από τον Freud, τι; Απλώς ψευδο-διαβιούμε μέσα σε μία προσομοίωση που εξαλείφει τόσο τη διαφοροποίηση μεταξύ τού πραγματικού και της αναπαράστασής του όσο και τη διαβάθμιση των ποιοτήτων; Θα ήταν παράτολμο το να ισχυρισθούμε ότι ο Homosapienssapiens έχει ήδη προσπεράσει τον πολιτισμικό «ορίζοντα γεγονότων»; Τουτέστιν, βρίσκεται άραγε το είδος μας τόσο βαθιά στη (μεταφορική) μαύρη τρύπα ενός μείγματος μικρόνοιας και σκαιότητας ώστε κάθε διαφυγή «οπουδήποτε έξω από αυτόν τον κόσμο,» όπως έγραφε ο Baudelaire, να είναι πλέον αδύνατη για εμάς; Αν ναι, θα μπορούσε κάτι τέτοιο να συνιστά το αφετήριον έρμα για την ύστατη «Μεγάλη Αφήγηση»; Ποια θα όφειλε να είναι αυτή, σε μία εποχή παντελούς αποσάθρωσης των κληροδοτημένων «αξιών» και οικτρής αποτυχίας όλων των ιδεολογικοπολιτικών, θεολογικών, και επιστημονικών προταγμάτων «απολύτρωσης»; Μισανθρωπίας «απολογία» ή «εγκώμιον»;Διάτορος μηδενιστική κραυγή σε πλήρως ανηχωικό θάλαμο; Κατευναστική επίδραση του καθολικού πεσιμισμού; Αυτές είναι μερικές από τις διερωτήσεις τις οποίες πραγματεύεται ο Θωμάς Τσακαλάκης στην παρούσα κειμενική εργασία, που ταλαντώνεται ανάμεσα σε μίαν «αντικειμενική» μελέτη τού πολυεδρικού φαινομένου τής μισανθρωπίας και σε ένα πολεμικό δοκίμιο το οποίο σκοπεί στην ερμηνεία, αλλά και στην υπεράσπιση, της θέσης τού Chamfort: «Όποιος δεν έχει γίνει μισάνθρωπος έως τα σαράντα του, ποτέ του δεν αγάπησε το ανθρώπινο είδος.»