Έφυγαν οι ήχοι αλλά με κατοικούν
Αχ και να έβρισκα τ’ αθάνατο νερό
να ζω μέσα στα χρώματα
το ασημί το μαύρο το κόκκινο το χρυσαφί
να κάθομαι χαρούμενη σε μια χρυσή καρέκλα
και άδεια να ’ναι πάντοτε η ασημιά της λύπης
Να κάτσω να καλοσκεφτώ
όλα τα παραμύθια που τη ζωή μου γέμισαν
χιόνια βροχές και ξαστεριά
ήλιος φεγγάρι κι άστρα
άνεμοι ζώα του νερού
άνθρωποι πολιτείες [ ]
Αν ήταν και το έβρισκα τ’ αθάνατο νερό
γυμνή θα επέστρεφα ξανά
μέσα στον εαυτό μου
Στη νέα ποιητική της συλλογή με τίτλο Φωνή βαθειά η Λίτσα Λεμπέση περιγράφει μέσα από τις λέξεις «ευαισθησία», «τρυφερό», «ονειρικό», «παραμυθένιο» τα συναισθήματά της μέσα στον χρόνο, σε μια εποχή που η ίδια αισθάνεται ν’ αδειάζει μαζί με το τοπίο όπου πέφτουν οι τελευταίες σταγόνες της βροχής.
Ένα μουσικό κείμενο με απρόοπτα και εκπλήξεις, μια ηρεμία/ χαμηλών φθόγγων εκεί που μεταλλάσσεται σε άρρυθμο αγχωτικό υψηλότονο ανέβασμα, ο μονόλογος της μοναξιάς. Έμπειρη μουσικός η ίδια –αγαπημένη δασκάλα πολλών σημαντικών ερμηνευτών πιάνου– δεν μπορεί παρά να εντάσσει στα ποιήματά της μια ολόκληρη συμφωνική ορχήστρα από κρουστά πνευστά και έγχορδα: Όλα αναστατώνονται./ Δύο χορευτικές φιγούρες/ Εμφανίζονται το ζεύγος/ κλαρινέτο τσέλο/ Κάνουν κύκλους-κύκλους/ Ήρεμα, ευτυχισμένα/ Σιωπούν/ σχεδόν ακινητούν/ σβήνουν οι λάμψεις.// Μιλά φλύαρα το πιάνο/ συνεχίζουν/ τα κρουστά οι άλλοι// Και τότε έρχεται/ η αστραπή από τα πιάτα/ Με γρηγοράδα το crescendo/ φθάνει στο αποκορύφωμα/ και επιστρέφει σβήνοντας/ απρόσμενα με ένα diminuendo// Ταράζεσαι. Τέλος. Σιγή. (σ. 43)
Το σπίτι της Λίτσας Λεμπέση πάντα φιλόξενο και πάντα ανοικτό έσφυζε στην καρδιά της Αθήνας από ζωγραφική, μουσική, ποίηση, εκεί όπου ζωή και τέχνη σ’ ένα αδιασάλευτο όλο μετέπλαθαν τις στιγμές σε αιωνιότητα. Αυτές οι στιγμές, ως μνήμες πια εισχωρούν μες στην πορεία της φθοράς και του χρόνου και αποτυπώνουν σα λιθογραφία ή σαν παλιά εκτύπωση τις ρωγμές που άφησαν πάνω της τα χρόνια, κάνοντας την ποιήτρια να πει: «Ζω με αυτά που αφήνω πίσω μου».
«Μήπως τα πράγματα που μας θλίβουν/ είναι η μυστική αρχή/ της τελειωτικής μας ευτυχίας;» αναρωτιέται η Λίτσα Λεμπέση συνθέτοντας τα θρυμματισμένα της είδωλα που έχει βαθειά και ιερά φυλαγμένα μέσα της. Με γενναιότητα και σαφήνεια, αλλά και απόλυτη συναίσθηση του ρόλου της τέχνης στη δύσκολη πορεία της ζωής, η ποιήτρια συγκεντρώνει με τον πιο επιτυχή τρόπο όλο το «είναι» της σε ποίηση: «Η λύπη ομορφαίνει επειδή της μοιάζουμε», λέει. Και αλλού: «Άραγε να ’ναι η μοναξιά σε όλους τους κόσμους η ίδια;», ή: «Σ’ ευλογημένη μέρα βγάζει το κακό/ σε δημοσιά πλατιά το στενοσόκακο/ κι είναι στη σκοτεινιά και στην ερήμωση/ όπου ριζώνει κι ευωδιάζει η θύμηση».
Και όντως ευτυχεί να συγκεντρώνει σ’ έναν ξεχωριστό τόμο αυτές τις μνήμες και να τις μετουσιώνει σε τέχνη.
Η Λίτσα Λεμπέση γεννήθηκε στον Πειραιά. Σπούδασε μουσική (πιάνο, ανώτερα θεωρητικά και Ωδική) στο Ωδείο του Πειραϊκού Συνδέσμου και στο Ελληνικό Ωδείο Αθηνών. Διδάχτηκε το Σύστημα ORFF στο Ζάλτσμπουργκ από τον ίδιο τον συνθέτη Carl Orff. Παράλληλα, παρακολούθησε μαθήματα στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και μαθήματα ζωγραφικής.
Η επαγγελματική της διαδρομή ως μουσικού υπήρξε πολυσχιδής: Εργάστηκε αρχικά ως πιανίστας σε ρυθμικές σχολές, και στη συνέχεια ως Καλλιτεχνική Διευθύντρια επί μία δεαετία (1963-1973) στο Παράρτημα του Ελληνικού Ωδείου Αθηνών στην Κυψέλη. Το 1963 διορίστηκε καθηγήτρια Μουσικής Μέσης Εκπαίδευσης του ΥΠΕΠΘ και αργότερα, ως Σχολική Σύμβουλος, υπηρέτησε επί οκταετία στη Θεσσαλονίκη και την Αθήνα. Εργάστηκε στην Εκπαιδευτική Τηλεόραση. Υπήρξε μέλος της Επιτροπής του ΥΠΕΠΘ για την αναμόρφωση της Μουσικής Παιδείας (1988) και της Επιτροπής του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου για την εκπόνηση του Αναλυτικού Προγράμματος του μαθήματος της Μουσικής της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Συμμετείχε επίσης στην επιτροπή του Υπουργείου Παιδείας για την καθιέρωση και λειτουργία των Μουσικών Γυμνασίων. Δίδαξε ανά την Ελλάδα σε επιμορφωτικά σεμινάρια διδασκόντων της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και συμμετείχε ως εισηγήτρια και εκπρόσωπος του Υπουργείου Παιδείας σε πολλά σεμινάρια και διεθνή συνέδρια στην Eλλάδα και το εξωτερικό. Το 1989 διοργάνωσε σειρά εκδηλώσεων στο Εθνικό θέατρο παρουσιάζοντας σύγχρονους Έλληνες ποιητές και πεζογράφους (Γιώργο Χειμωνά, Μανόλη Αναγνωστάκη, Τίτο Πατρίκιο, Γιώργο Ιωάννου, Αλέξανδρο Κοτζιά κ.ά.). Έχει διατελέσει συνεργάτης περιοδικών και εφημερίδων με άρθρα της για τη Λογοτεχνία, τη Μουσική και την Ιστορία της Μουσικής.
Στην ποίηση παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1982. Στο ενεργητικό της έχει επίσης ένα λιμπρέτο βασισμένο στο έργο του Γιώργου Χειμωνά με τίτλο Εχθρός του Ποιητή. Για το έργο της έχει τιμηθεί από το Υπουργείο Πολιτισμού καθώς και από τον Δήμο Αθηναίων.
Παρακαλώ, συμπληρώστε το email σας και πατήστε αποστολή.