Κάποτε, πολύ παλιά, υπήρχε μια πεδιάδα από ζάχαρη όπου εκεί ζούσαν αγαπημένα όλα τα ζώα του κόσμου. Δίπλα στην πεδιάδα, σε ένα ψηλό καραμελωμένο βουνό, ζούσε ένας κακός μάγος που τον έλεγαν Μπούλινγκ. Αυτός ο μάγος ζήλευε όλα τα ζώα που ήταν χαρούμενα κι ένα πρωινό που δεν άντεξε πια να τα βλέπει αγαπημένα, κούνησε το μαγικό του ραβδί και τότε όλα τα ζώα της ζαχαρωμένης πεδιάδας, άρχισαν να κοροϊδεύουν το ένα το άλλο. Ξαφνικά, ανακάλυψαν ότι ο ελέφαντας ήταν παχουλός, ότι η καμηλοπάρδαλη είχε μακρύ λαιμό, ότι το φενέκ είχε μεγάλα αυτιά, ότι το αηδόνι δεν ήταν καλλίφωνο και άλλα πολλά. Όλα τα ζώα έγιναν δυστυχισμένα και έκλαψαν τόσο πολύ που έλιωσε η ζάχαρη της πεδιάδας. Ο βασιλιάς των ζώων, το λιοντάρι που κατάλαβε ότι ο μάγος Μπούλινγκ τους είχε μαγέψει, ζήτησε τη βοήθεια τριάντα διάσημων εξερευνητών, ειδικών στα ξόρκια. Αυτοί έφυγαν με πολύχρωμα αερόστατα και ταξίδεψαν σε όλο τον κόσμο για να βρουν το αντίδοτο στο ξόρκι του Μπούλινγκ. Γύρισαν όλο τον πλανήτη γύρω γύρω, πέντε φορές δεξιόστροφα και δύο αριστερόστροφα, μέχρι που ζαλίστηκαν. Όταν επέστρεψαν είχαν τη λύση στα χέρια τους. Έδωσαν στο βασιλιά ένα βιβλίο με τριάντα παραμύθια και του ζήτησαν να τα διαβάσει δυνατά στην πεδιάδα, για να τον ακούσουν όλα τα ζώα. Μόλις το έκανε, τα μάγια λύθηκαν αμέσως και όλα τα ζώα μόνιασαν ξανά.
Ο κακός μάγος Μπούλινγκ που δεν τον είχε αγαπήσει ποτέ κανείς στη ζωή του, θύμωσε τόσο πολύ που με το μαγικό ραβδί του έριξε ένα ξόρκι πάνω στο καραμελωμένο βουνό και άρχισαν να ξεκολλούν κομμάτια καραμέλας και να κατρακυλούν προς την πεδιάδα. Στο πέρασμά τους παρέσυραν ξυλάκια και έτσι δημιουργήθηκαν τα πρώτα γλειφιτζούρια. Ήταν τόσο χαρούμενα όλα τα ζώα με αυτή την ανακάλυψη. Ο μάγος παρασύρθηκε από τη χαρά τους και έτρεξε στην πεδιάδα να τους δείξει όλα τα κόλπα που ήξερε. Εκείνο το βράδυ κολύμπησαν όλοι μαζί σε σοκολατένιες λίμνες και διασκέδασαν με τη βροχή από πολύχρωμα ποπ κόρν. Από τότε, κάθε μέρα ήταν γιορτή κι έζησαν όλοι μαζί μια ζωή από ζάχαρη.