Το έργο γράφτηκε στά 1942. Αφετηρία του στάθηκε μια απεργία των Ιρλανδών Εργατών Μεταφορικών Μέσων του 1913. Ήρωάς του ο ιδεαλιστής νεαρός Αγιάμον Μπρέυντον, εργάτης, προτεστάντης, ερωτευμένος με μια καθολική νέα, τη Σήλα Μορνήν. Ο Αγιάμον ζει με τη μητέρα του σ` ένα φτωχόσπιτο. Αγαπάει τη μουσική, το διάβασμα, τη ζωγραφική, το θέατρο. Όμως αυτό που, πάνω απ` όλα, τον κερδίζει, είναι ο αγώνας για τη βελτίωση των συνθηκών ζωής των συνανθρώπων του. Οι εργάτες ζητούν αύξηση, ένα σελίνι, και οργανώνουν απεργία. Η καλή του προσπαθεί να πείσει τον Αγιάμον να μη λάβει μέρος στην απεργία. Εκείνος δεν την ακούει. Σε μια σύγκρουση με την Αστυνομία σκοτώνεται. Πάνω σ` αυτή την απλή ιστορία, ο συγγραφέας έχει στηρίξει μια σειρά σκηνές και περιστατικά που προσθέτουν θαυμαστή ομορφιά, μεγαλοσύνη, ανθρωπισμό στο έργο, που, λίγο - πολύ, αποτελεί κι ένα είδος αυτοβιογραφίας του Ο` Κέϊζυ. Ο νεαρός Αγιάμον είναι ο νεαρός Σων Ο` Κέϊζυ, όπως τον βλέπει ο γέρος πια Σων Ο` Κέϊζυ. Και η ζεστή, συμπάσχουσα, μαχητική μητέρα του ήρωα, είναι άλλο ένα μνημείο αγάπης και χρέους του συγγραφέα προς τη μητέρα του. Η επίθεσή του κατά του καπιταλισμού είναι, σ` αυτό το έργο του, πολύ πιο αποτελεσματική παρ` ότι σε οποιοδήποτε άλλο του, επειδή είναι «εκ των πλαγίων»: αντί τα εικονίσει τον «διεφθαρμένο καπιταλιστικό κόσμο», παρουσιάζει τις επιπτώσεις του καπιταλιστικού συστήματος πάνω στη μάζα του λαού. Στη σκηνή δεν υπάρχουν κακοί τραμπούκοι και φασίστες: υπάρχει μόνο πεινασμένος λαός που διώκεται και πυροβολείται, επειδή διεκδικεί το ψωμί του.
Το έργο Κόκκινα Τριαντάφυλλα για Μένα παίχτηκε στο Λονδίνο το 1946, και στη Νέα Υόρκη στα 1955. Από τότε, έχει πια καθιερωθεί. Είναι ένα έργο που θαυμάζεται, είτε κρίνεται, είτε «χρησιμοποιείται» για πολιτικούς λόγους. Προπαντός όμως, είναι ένα έργο που αγαπιέται.