Η ελλειμματική πολιτισμική πραγματικότητα που χαρακτηρίζει τη ζωή των Νεοελλήνων μέχρι τις μέρες μας είναι ο λόγος που η «γενιά του ’30», επανέρχεται διαρκώς στο δημόσιο λόγο. Γνώστες και κριτικοί παρατηρητές της ελληνικής και της ευρωπαϊκής πολιτικής πραγματικότητας και πνευματικής παράδοσης οι λογοτέχνες και διανοούμενοι της γενιάς πρωταγωνίστησαν στη δημόσια σφαίρα μιας εποχής δύσκολης για τον ελληνισμό· μιας εποχής με εμφανή τα συμπτώματα κρίσης σε όλους τους τομείς της εθνικής ζωής. Αυτό το κλίμα ηττοπάθειας ανέ-
λαβε να ανατάξει η γενιά των ανθρώπων που μόλις έβγαινε από τον όλεθρο ενός Παγκοσμίου Πολέμου και μιας εθνικής καταστροφής. Βασισμένοι σε ό,τι καλό διέθετε από τη μακραίωνη παράδοσή του ο ελληνισμός αλλά και σε όποια εκσυγχρονιστική επίδραση από τη μεγάλη πνευματική παράδοση της Ευρώπης μπορούσε να γονιμοποιήσει το πνεύμα τους, οι νέοι του ’30 έδειξαν το δρόμο προς την ανανέωση της νεοελληνικής νοοτροπίας. Το συγχρονισμό τους με τα ευρωπαϊκά ρεύματα του καιρού τους και ταυτόχρονα την έμφαση σε ένα γνήσια ελληνικό χαρακτήρα της τέχνης τους.
Η «ευρωπαϊκότητα» και η «ελληνικότητα», δυο ζητήματα άρρηκτα συνδεδεμένα στην περίπτωση της γενιάς, προσεγγίστηκαν από τους ανθρώπους της όχι με όρους πόλωσης αλλά μέσα από το λόγο της μεσότητας. Πέτυχαν, έτσι, να αφήσουν κληρονομιά στους μεταγενέστερους μια σύγχρονη εθνική ιδεολογία που τους βοήθησε να ξεφύγουν από την εσωστρέφεια και την ανασφάλεια, δείχνοντας, ταυτόχρονα, τον τρόπο μιας εξωστρεφούς και ισότιμης συμμετοχής στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι, που παραμένει μέχρι και σήμερα επίκαιρη. Έλληνες και Ευρωπαίοι συνάμα.