Κατεβαίνοντας τα σκαλιά στο υπόγειο της πολυκατοικίας από τον σκοτεινό διάδρομο βρέθηκα σ'ένα σπίτι που έβλεπε σε υπέροχο κήπο. Κι η Μάτση, σαν να τη γνώριζα χρόνια, το κουταλάκι στο μπρίκι, ανάδευε τον καφέ και μιλούσε σαν να'μουν παλιά φιλενάδα. Τι τέχνη φωνής, τι μυρουδιά δυνατή του καφέ,με μια μεγάλη φουσκάλα για την καλή τύχη.