Κι ύστερα στάθηκα στην άκρη.
Θα εκπλαγείς, πολύ κοντά στο σπίτι.
Και η άβυσσος;
Κάθε απόχρωση του μπλε,
όλες μαζί, ανάκατες,
και, πράγμα παράξενο,
καμιά τους τόσο φοβερή
όσο περίμενα.
Μόνο ατέλειωτες.
Τι; σου φαίνεται εύκολη δουλειά;
Όταν κάθε ανάσα βαραίνει
από την ορμητική ατμίδα της μεθορίου;
Μην σπεύσεις ν` αρνηθείς
ό,τι διαλέγει το καταχτύπημά του
το πιο δραματικό
να συντελείται αοράτως.
Αρκετά μίλησα με σένα.
Η απεραντοσύνη στροβιλίστηκε,
και με στροβίλισε μαζί της
και άγγιξα εκείνο που πρέπει να `ναι ο θόλος της.
Τότε εγώ, ζαλισμένος από την εγγύτητά της,
γύρισα σπίτι.