Όταν ο άνθρωπος και η ιδέα γίνονται ένα, το ποτάμι της Ιστορίας σταματά. Έστω για μια στιγμή μονάχα. Κι ύστερα συνεχίζει ορμητικό. Μα υπάρχουν στιγμές που κρατούν μια αιωνιότητα.
«Το κρύο είναι τσουχτερό αυτό το χειμωνιάτικο απόγευμα. Τα δυο αδέρφια χώνονται μέσα στα χοντρά πανωφόρια τους και βγαίνουν στα σοκάκια της Τρίγλιας. Η Κατερίνα ακολουθεί το Χρυσόστομο χωρίς να κάνει άλλες ερωτήσεις. Μέσα της τον καταλαβαίνει. Δεν μπορεί να το εξηγήσει, αλλά ο Χρυσόστομος δε μοιάζει με κανέναν τους. Είναι παιδί - τι παιδί, άντρας πια - που ξέρει τι θέλει. Λες και το ήξερε από την ώρα που γεννήθηκε. Και στα παιδικά παιχνίδια τους και στην τρέλα και στις αταξίες πρώτος ήταν, αλλά πώς γινότανε κι ο λόγος του, η στάση του είχανε άλλη βαρύτητα. Διάβαζε κι ήτανε καλός μαθητής. Αλλά κι άλλοι είναι καλοί μαθητές. Αλλά ο Χρυσόστομος είχε μια διαφορά. Μάθαινε για να απαντήσει στα ερωτήματά του. Μάθαινε για εκείνον. Σκασίλα του, σκεφτόταν η Κατερίνα, για το δάσκαλο και τις εξετάσεις. Μελετούσε για να απαντήσει σε κάτι δικό του…»
Και το ερώτημα που θέτει τώρα ο Χρυσόστομος στην Κατερίνα αντηχεί σ’ όλο τον Πόντο και στη Μικρά Ασία: Έχει κάποιο νόημα η θυσία σήμερα; Υπάρχει μια ιδέα που να αξίζει την ίδια σου τη ζωή;
Και με το κύμα του χρόνου, το ερώτημά του φτάνει ως τις μέρες μας…
Παρακαλώ, συμπληρώστε το email σας και πατήστε αποστολή.