«Το διεφθαρμένο και χρεοκοπημένο βασίλειο της Μοιρολατρίας θυμίζει την Ελλάδα του σήμερα όσο και ένα νυχτερινό τηλεοπτικό δελτίο ειδήσεων. Να παλεύεις για να καλυτερεύσουν τα πράγματα, ακόμα κι όταν η μοιρολατρία κυριαρχεί. Να προσπαθείς να υλοποιείς το μέλλον από τώρα, και όχι να τα μεταθέτεις όλα σ’ ένα άπιαστο επέκεινα. Υπό το μανδύα του παραμυθιού, παρά τους βασιλιάδες και τις πριγκίπισσες, η Μοιρολα3 είναι ό,τι πιο πολιτικοποιημένο έχω γράψει».
Β.Ρ.
Ιδίως όταν το γράφω με κεφαλαία, πολύ μ’ αρέσει τ’ όνομά μου. Φαντάζομαι ότι υπάρχει ένας καθρέφτης στη μέση ακριβώς, που διπλασιάζει το λάμδα. Μ’ αρέσει και που έμαθα να γράφω, έστω και τόσο αργά: στα είκοσί μου. Χάρη στον δάσκαλο, αλλά προπαντός χάρη στο πείσμα μου, που πιθανότατα είναι το πιο χαρακτηριστικό γνώρισμά μου. Είμαι η κόρη του βασιλιά Επιπόλαιου, όπως τον έλεγαν τις τελευταίες μέρες της βασιλείας του, η πριγκίπισσα Έλλη. Κι αυτή είναι η ιστορία η δική μου και του τόπου μου, της Μοιρολατρίας. Ή μάλλον τα σημεία όπου οι δύο χωριστές ιστορίες τέμνονται. Ο δε λόγος που γράφω την κοινή αυτή ιστορία τώρα, μετά από δεκατρία ολόκληρα χρόνια, είναι επειδή ίσως ήρθε η στιγμή να διασταυρωθούν οι τροχιές τους για μία ακόμη φορά. Αν όχι τώρα, στο άμεσο μέλλον. Μέλλον. Άλλη μια λέξη με τον καθρέφτη που διπλασιάζει το λάμδα στη μέση της. Η γλώσσα είναι πατρίδα.
(απόσπασμα από το βιβλίο)
Ο Βαγγέλης Ραπτόπουλος ξαναγράφει το Παραμύθι χωρίς όνομα της Πηνελόπης Δέλτα, μεταφέροντάς το σε ένα όχι-και-τόσο-μακρινό μέλλον, όπου ο πλανήτης μας έχει καταστραφεί οικολογικά και οι άνθρωποι έχουν ξαναγίνει αγρότες που ζουν ανάμεσα στα ερείπια της υψηλής τεχνολογίας.