Το βιβλίο ασχολείται με τα λάθη, τα πάθη και τις παραλείψεις της σύγχρονης φαρμακοβιομηχανίας. O ίδιος ο συγγραφέας συνοψίζει το πρόβλημα ως εξής:
«Τα φάρμακα δοκιμάζονται από αυτούς που τα παρασκευάζουν, μέσω κακοσχεδιασμένων δοκιμών σε έναν εκπληκτικά περιορισμένο αριθμό ασυνήθιστων, μη αντιπροσωπευτικών ασθενών, ενώ τα αποτελέσματά τους αναλύονται ύστερα με τη βοήθεια τεχνικών οι οποίες είναι εσκεμμένα προβληματικές, ώστε να υπερτονίζουν τα οφέλη των διαφόρων θεραπειών. Όπως είναι επόμενο, οι δοκιμές αυτές έχουν την τάση να δίνουν αποτελέσματα αρεστά στον παρασκευαστή. Όταν οι δοκιμές οδηγούν σε αποτελέσματα που δεν ευχαριστούν τις εταιρείες, αυτές θεωρούν ότι έχουν το δικαίωμα να τις αποκρύπτουν από γιατρούς και ασθενείς, με αποτέλεσμα να έχουμε μια στρεβλή εικόνα της αληθινής δράσης του φαρμάκου. Οι ρυθμιστικοί φορείς έχουν πρόσβαση στα περισσότερα από τα δεδομένα των δοκιμών, μόνο όμως στα πρώτα στάδια της ζωής ενός φαρμάκου, αλλά και αυτά ακόμα τα στοιχεία δεν τα μοιράζονται με γιατρούς και ασθενείς, ούτε καν με άλλα παρακλάδια της κρατικής μηχανής. Τα παραποιημένα στοιχεία δίνονται στη δημοσιότητα και αξιοποιούνται με έναν επίσης στρεβλό τρόπο. Στα σαράντα χρόνια του επαγγελματικού τους βίου, οι γιατροί μαθαίνουν ποιες θεραπείες είναι οι αποτελεσματικότερες μέσω μιας προφορικής παράδοσης η οποία διαμορφώνεται κατά περίπτωση από εμπορικούς αντιπροσώπους, συναδέλφους ή περιοδικά. Όμως οι συνάδελφοι μπορεί να παίρνουν χρήματα από φαρμακευτικές εταιρείες –συχνά στα κρυφά–, όπως άλλωστε και τα περιοδικά. Το ίδιο και τα σωματεία ασθενών. Τέλος, οι πανεπιστημιακές μελέτες, που γενικά θεωρούνται αντικειμενικές, συχνά σχεδιάζονται και γράφονται από ανθρώπους που δουλεύουν για φαρμακευτικές εταιρείες, χωρίς να το δηλώνουν. Υπάρχουν επιστημονικά περιοδικά που ανήκουν εξ ολοκλήρου σε φαρμακευτικές εταιρείες. Αλλά πέρα απ’ αυτά, για κάποια από τα πιο σοβαρά και επίμονα προβλήματα της ιατρικής εξακολουθούμε να αγνοούμε ποια είναι η καλύτερη αντιμετώπιση, γιατί δεν συμφέρει κανέναν οικονομικά να κάνει τις απαραίτητες δοκιμές. Αυτά τα προβλήματα μένουν άλυτα, γιατί ενώ κάποιοι έχουν υποστηρίξει ότι έλυσαν πολλά από αυτά, στις περισσότερες περιπτώσεις έχουν αποτύχει στην πραγματικότητα. Έτσι, τα προβλήματα παραμένουν, και μάλιστα η κατάσταση είναι χειρότερη από πριν αφού ο κόσμος κλείνει τα μάτια ισχυριζόμενος ότι, επιτέλους, όλα πάνε καλά.
Κάποιοι θα υποστηρίξουν ότι το βιβλίο αποτελεί μια επίθεση κατά της φαρμακοβιομηχανίας, κάτι που είναι φυσικά αληθές. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό, ούτε πρόκειται για μια ισοπεδωτική επίθεση. Πιστεύω ότι οι πιο πολλοί από όσους δουλεύουν στον κλάδο είναι καλοπροαίρετοι, στο κάτω κάτω δεν μπορεί να υπάρξει ιατρική χωρίς φάρμακα. Πολλές φαρμακευτικές ανά τον κόσμο έχουν επινοήσει εκπληκτικές καινοτομίες τα τελευταία πενήντα χρόνια, σώζοντας αμέτρητες ζωές. Αυτό όμως δεν δίνει το δικαίωμα στις εταιρείες να αποκρύπτουν στοιχεία, να παραπλανούν γιατρούς και να βλάπτουν ασθενείς».