Περί τα μέσα του ΙΗ ́ αιώνος κατείχεν ο Χρίστος Μηλιόνης τα αρματωλίκια της Ακαρνανίας, του Βάλτου και Ξηρομέρου, εις των αντιπροσώπων της σφαδαζούσης ελληνικής ελευθερίας, των περιφανέστερον παραστησάντων εις
τον εκπεπληγμένον ευρωπαϊκον κόσμον τα δίκαια του αδικουμένου έθνους∙ ουδέποτε είχε συνθηκολογήσει με τους Τούρκους. Τούτο εκφράζει τρανότερον πάσης ιστορικής μαρτυρίας ο στίχος του δημοτικού άσματος:
Όσο είν’ ο Χρίστος ζωντανός, Τούρκο δεν προσκυνάει.
Αλλ’ οι κρατούντες ήσαν πρόθυμοι πάντοτε να κολακεύωσι τους μέγα δυναμένους εκ των ημετέρων πολεμιστών της ζοφεράς εκείνης εποχής, και την μοίραν ταύτην δεν διέφυγε και ο Χρίστος Μηλιόνης. Εν έτει 1747 είχεν επέλθει απραξία των πολεμικών έργων καθ’ όλην την Ακαρνανίαν. Τότε και ο Χρίστος ηναγκάσθη ν’ αρκεσθή εις τας προτάσεις των Τούρκων, και δεχθείς το αρματωλίκι της Ακαρνανίας, έμεινεν ησυχάζων επί τινα χρόνον.
Τότε συνέβη η φοβερά εκείνη παρασπονδία, ην ευλόγως ο Χρίστος έμελλε να νομίση ανήκουστον εις τα κλέφτικα χρονικά, και εις τας μεταξύ αγάδων και Ελλήνων μαχητών σχέσεις. Η αρπαγή της κόρης Βασίλως, της αναδεκτής του
Μηλιόνη, εκίνησε την αγανάκτησιν του κλέφτου.
Παρακαλώ, συμπληρώστε το email σας και πατήστε αποστολή.