`ΜΕ ΤΗΝ ΠΛΑΤΗ ΣΤΟ ΠΑΡΟΝ`:
Γύρω τους στριφογυρίζει σμάρι σφήκες η πολιτεία. Τύχη αγαθή να καταλήξεις ανδριάντας. Έστω κι έτσι, ανάμεσα σε πολυθρόνες μοβ-ροζέ, σε κιβώτια αεριούχων και αλκοολούχων, στην ασφυξία των νάιλον αφανής.
Και σπρώχνουν οι σταθμεύσεις, τα τραπεζοκαθίσματα, η κνίσα και η αδημονία των όρθιων. Τόσες αποχρώσεις σε σκιές σκοτωμένου αίματος κάτω από φοίνικες και πλατάνια. Τόση έπαρση, τόση φλυαρία.
Αλλά οι ήρωες έχουν διαπλεύσει πεδία μαχών για ν` αράξουν εδώ, και τι να τους φοβίσουν τα φιλήσυχα στίφη του Σαββατοκύριακου. Και επιβιώνουν πλέον σαν ορειχάλκινα στοιχεία διακόσμησης ενός μπαρ ονόματι `Σαλούν της ακτής`, ή `Σαλούν της όχθης`. Πεζόδρομοι ελληνικοί. Εικόνες από μια συντριβή εν ειρήνη.