`ΑΠΟ ΧΡΟΝΙΑ ΠΕΘΑΜΕΝΟΣ`:
Βρέχει από χτες το βράδυ. Ασταμάτητα. Κουρασμένα. Αφύσικα.
Το καλοκαίρι, θολωμένο απ` το αλκοόλ, καβάλησε την απουσία κι έκανε φτερά.
Η βροχή ξερνάει υγρούς εφιάλτες.
Κάτι μέρες σαν τη σημερινή σε θυμάμαι. Δεν το θέλω.
Τυχαίνει καμιά φορά.
Μοιάζεις από χρόνια πεθαμένος. Που και που το λεπίδι της ανυπομονησίας σε διαπερνά και τινάζεσαι προς το φως της ανυπακοής σου.
Πόσο λεπτά, πόσο ντελικάτα κι όμως πόσο ανθεκτικά εντέλει τα μαγικά πλοκάμια-χεράκια της Τρέλας. Δεν ξέρουν όμως τα καημένα να χαϊδεύουν. Δε μάθανε ποτέ.
Γραπώνουν μόνο και τρυπούν τη σάρκα. Ηδονίζονται. Φουσκώνουν. Χασκογελάνε. Χορταίνουν. Αποκοιμιούνται. Ονειρεύονται. [...]