Το βιβλίο αυτό παρακολουθεί τις διαδρομές ανθρώπων από τα χρόνια του Μεσοπολέμου ως το τέλος της Κατοχής. Καταγράφει τις συνέπειες της Κατοχής, όπως την κατάρρευση της οικονομίας, την τρομοκρατία των κατακτητών, το λιμό, και τον αντίκτυπο που είχαν στις ζωές τους. Μέσα από τις μαρτυρίες τους, εμβαθύνει στους λόγους για τους οποίους έλαβαν την απόφαση να ενταχθούν στην Αντίσταση.
Η μελέτη εστιάζει στο εαμικό αντιστασιακό κίνημα στην Αθήνα, ιδιαίτερα στις προσφυγικές συνοικίες, και εξηγεί γιατί οι πρόσφυγες της Καισαριανής και του Βύρωνα, με τη συνδρομή συναγωνιστών τους από το Παγκράτι, τη Γούβα και τον Υμηττό, μετέτρεψαν τις γειτονιές τους σε προπύργια του ΕΑΜ. Παρατηρεί πώς μέσα από τις μάχες στους δρόμους, τη διανομή παράνομου Τύπου ή τη συμμετοχή στις διαδηλώσεις, η αντιστασιακή εμπειρία συγκροτεί μια νέα πολιτική ταυτότητα και ένα νέο συλλογικό υποκείμενο.
Στη βάση αυτή, η έρευνα παρακολουθεί τη διαδικασία ριζοσπαστικοποίησης ολόκληρων κοινωνικών ομάδων (φοιτητές, δημόσιοι υπάλληλοι, εργάτες), που συνέβαλε στη μετατροπή του αγώνα για την επιβίωση σε αντιστασιακό αγώνα. Διερευνά τους λόγους κλιμάκωσης της πολιτικής αντιπαράθεσης ανάμεσα στο ΕΑΜ, τις γερμανικές αρχές κατοχής και τις διορισμένες από αυτές κυβερνήσεις. Εξετάζει το ρόλο που διαδραμάτισε η βία στο μετασχηματισμό της πολιτικής σε ένοπλη σύγκρουση και τις πρακτικές που χρησιμοποίησε κάθε πλευρά για να επιτύχει τους στόχους της.
Τα μπλόκα των Ταγμάτων Ασφαλείας, οι βασανισμοί και οι εκτελέσεις της Ειδικής Ασφάλειας, οι έφοδοι της οργάνωσης `Χ`, οι μάχες του ΕΛΑΣ και οι δολοφονίες της ΟΠΛΑ, συνέθεταν την πολυμορφία της βίας που δίχασε την αθηναϊκή κοινωνία.
Μέσα από την οπτική της κοινωνικής ιστορίας, το βιβλίο θέτει στο επίκεντρο τους ανθρώπους και την εμπειρία τους και αναδεικνύει την κατοχική Αθήνα ως ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα του πώς αντιδρά μια κοινωνία σε περιόδους κρίσης.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]