Τον 19ο αιώνα η ταπητουργία στη Μικρά Ασία θα γνωρίσει πρωτόγνωρη ανάπτυξη. Η αύξηση των παραγγελιών από την Ευρώπη θα έχει ως αποτέλεσμα τη δραστηριοποίηση των παραγωγών και των εμπόρων χαλιών. Οι χριστιανικοί πληθυσμοί της Μικράς Ασίας, ομογενείς και Αρμένιοι, τόσο στα παραδοσιακά κέντρα ταπητουργίας όσο και σε αυτά που θα δημιουργηθούν την εποχή αυτή, θα εντατικοποιήσουν τις προσπάθειες για την κάλυψη της ζήτησης του μοναδικού πλέον εξαγώγιμου προϊόντος. Η γυναίκα θα αναδειχθεί σε βασικό παράγοντα της βιομηχανία αυτής. Η μικρασιάτισσα γυναίκα σχεδόν αγνοήθηκε ως συντελεστής διαμόρφωσης της ιστορίας και των κοινωνικών αλλαγών. Μελετήθηκε μόνο σε σχέση με την παρουσία της στο σπίτι. Η αμφίεση, ο καλλωπισμός, τα λουτρά, ο γάμος, ο εγκλεισμός της στο σπίτι στην υπηρεσία του ανδρός είναι τα προσφιλή θέματα των ερευνητών. Για το λόγο αυτό, οι πληροφορίες οι σχετικές με τη γυναίκα-εργάτρια, τη γυναίκα-επαγγελματία είναι εξαιρετικά περιορισμένες. Οι περιηγητές -η σημαντικότατη αυτή πηγή για τον 19ο αιώνα και τη Μικρά Ασία- επισκέπτονται την ενδοχώρα, αναφέρονται στα μνημεία και τους πληθυσμούς της περιοχής, καταγράφουν το εμπόριο και την παραγωγή, δεν ασχολούνται όμως με το θέμα εργαζόμενη γυναίκα. Το ίδιο παρατηρείται και στις προξενικές εκθέσεις, τις εκθέσεις ιεραποστόλων ή άλλων κυβερνητικών υπαλλήλων.
Η εξόχως ενδιαφέρουσα μελέτη της Λήδας Ιστικοπούλου εξετάζει τις προϋποθέσεις που οδήγησαν στην παραγωγή και την ανάπτυξη του εμπορίου χαλιών στα κέντρα ταπητουργίας της Μικράς Ασίας και την εμπλοκή της γυναίκας στη διαδικασία αυτή. Για πρώτη φορά αποτιμάται ο συνολικός ρόλος της γυναίκας στην οικογένεια και την κοινωνία από το 1860 ώς το 1922, χρονολογία κατά την οποία οριστικοποιείται η παρακμή της ταπητουργίας στη Μικρά Ασία.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]