Χαράματα κι ανέτειλε μια λέξη στα μάτια του. Έγνεψε στο δρόμο να τον ακολουθήσει και κίνησε γυρεύοντας την ετοιμότητα και τα συστατικά της. Ανακατεύτηκε με γενιές ληστών. Ευφράνθηκε μ` απομεινάρια ψίχουλα ερωτικών μυήσεων. Δοκίμασε βοτάνια και τραγούδια. Πόντισε τη γλώσσα του στους χυμούς της κι αφέθηκε στα χέρια της πηλός και αναίτιος. Κρυώνοντας, κι ας είχε γυμνωθεί, νανούρισε τις νυχτερίδες που κλώθαν τη σιωπή στα βλέφαρά του. (. . .)
[Απόσπασμα από κείμενο παρουσίασης εκδότη ή έκδοσης]