[...] Γιατί, το είπαμε, θ` αναγνωρίσουμε άσφαλτα τον ταξιδιώτη από τη μόνη του συντροφιά: τον θάνατο [...] Κι όχι βέβαια επειδή τα ταξίδια είναι κάποτε επικίνδυνα: μάλλον επειδή για εκείνον που φεύγει το σώμα δεν έχει πλέον άγκυρα μες στον κόσμο. Δίχως χρόνο οικείο, από καιρό δίχως εδώ, ρίχνεται μ` ένα απελπισμένο σάλτο έξω από την ίδια του τη ζωή όπως το φίδι από τη φλεγόμενη φωλιά του [...] Πίσω, μακριά, χαμηλώνουν τα φώτα του κόσμου, πολιτείες βουλιάζουνε σε κρύα σκοτάδια, η πλάση ξαναγυρίζει στο μεγάλο νερό. Το ταξίδι ακυρώνει το σύμπαν.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]