Ήταν παραμονή Χριστουγέννων. Η πλατεία Αλληλεγγύης έλαμπε γιορτινή και στολισμένη με λογιών-λογιών αστραφτερά και πολύχρωμα λαμπιόνια που αναβόσβηναν ρυθμικά. Οι δρόμοι ήταν γεμάτοι από κόσμο, που περπατούσε γρήγορα και ζουζούνιζε σαν ένα πολύχρωμο μελίσσι κάνοντας χειρονομίες και αστείες γκριμάτσες. Και εκεί ανάμεσά τους ένα μικρό κοριτσάκι έστεκε μελαγχολικό. Η Αγάπη. Τα μεγάλα μελένια μάτια της παρατηρούσαν με απορία τους βιαστικούς ανθρώπους. Πολλές φορές άγγιζε με το χεράκι της τα ρούχα τους, για να μυρίσει το ακριβό άρωμά τους. Κανείς όμως δεν πρόσεχε την Αγάπη, λες και ήταν αόρατη ή σχεδόν κανείς. . . Την άγια νύχτα των Χριστουγέννων το μικρό κοριτσάκι θα συναντήσει έναν απρόσμενο επισκέπτη, θα ζήσει μια περιπέτεια, θα ταξιδέψει με τα μάτια της ψυχής της, και η δύναμη της πίστης θα αλλάξει για πάντα τη ζωή της. . .
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]