Η φωτογραφική αφήγηση είναι πάντοτε μελαγχολική. Είτε πρόκειται για γεγονότα ζωής και χαράς είτε θλίψης, από δυστυχία, πολέμους, στερήσεις, διωγμούς. Αιτία πιστεύω ότι είναι ο χρόνος, η αποτυπωμένη αποκάλυψη ότι ο χρόνος περνάει, ότι πέρασε ήδη. Καθώς μια μόνο στιγμή αποτυπώθηκε, παγωμένη και ακίνητη, μας κάνει και αισθανόμαστε, βαθιά και μελαγχολικά, όλες τις άλλες στιγμές που πέρασαν και χάθηκαν χωρίς ν` αφήσουν ίχνη. Βλέποντας παλιές φωτογραφίες από γάμο, πανηγύρι ή εκδρομές άθελα σκεφτόμαστε: κοίταξε πόσο άλλαξαν και φθάρθηκαν όλα, οι άνθρωποι, τα ρούχα τους, το σώμα τους, το βλέμμα τους, ο τρόπος που στέκονται μπροστά στο φακό, ο τρόπος που βλέπει ο φωτογράφος και ο φακός του. Η φωτογραφία αφηγείται το χρόνο που πέρασε. Ξεφυλλίζοντας τον τόμο με φωτογραφίες του 20ού αιώνα, στη φυσική αυτή μελαγχολία προστίθεται και μια δεύτερη. Με την προσεκτική επιλογή, την κατάλληλη σύνθεση, την τεκμηρίωση και τον διακριτικό αλλά καίριο σχολιασμό του Μιχάλη Ν. Κατσίγερα, οι φωτογραφίες αφηγούνται στην ουσία τα όνειρα και τις απογοητεύσεις, επιτυχίες και αποτυχίες τεσσάρων τουλάχιστον γενεών. Σκέφτεσαι αυτά τα εκατό χρόνια που πέρασαν τι κερδίσαμε και τι χάσαμε. Μέσα από τόσους αγώνες, πολέμους, θανάτους και απέραντη δυστυχία. Αυτά που κερδίσαμε δύσκολα αρκούν για να πεις: «Παρ` όλα αυτά καλά τα καταφέραμε». Προσωπικά πιστεύω ότι ως έθνος καλά τα καταφέραμε. Πάντοτε όμως σκέφτεσαι αυτά που χάσαμε ή αυτά που θα μπορούσαμε να κερδίσουμε. Σκέφτεσαι τα λάθη που κάναμε και μελαγχολείς. Ίσως γιατί τα όνειρά μας, από την αρχή, από τον γόνιμο 19ο αιώνα ήδη, ξεπερνούσαν, υποκειμενικά και αντικειμενικά, τα όρια του πραγματικού και η διάψευση ήρθε σαν φυσικό αποτέλεσμα. Ο Μιχάλης Ν. Κατσίγερας, στον πρόλογο της πρώτης έκδοσης διευκρινίζει ότι πρόκειται για το ρεπορτάζ του 20ού αιώνα. Ο φωτορεπόρτερ και οι φωτογραφίες του παρακολουθούν «τα στρατιωτικά και πολιτικά γεγονότα και τα παρεπόμενά τους». Παρατηρούμε ωστόσο ότι, τουλάχιστον τις πρώτες δεκαετίες του αιώνα, τα πράγματα δεν ήταν όπως σήμερα. Τα τεχνικά μέσα και τα υλικά του φωτογράφου δεν είχαν τη σημερινή ταχύτητα και ευελιξία για να συλλάβουν το στιγμιότυπο στα δευτερόλεπτα ή στα κλάσματα του δευτερολέπτου που αυτό διαμορφωνόταν. Ήταν ικανά να συλλάβουν και να αποτυπώσουν «στημένα γεγονότα» και κατά κάποιο τρόπο σκηνοθετημένα. Όπως συμβαίνει πάντοτε με τις εικαστικές τέχνες (και όχι μόνο) τα υλικά και η τεχνική παρεμβαίνουν άμεσα και επηρεάζουν αισθητικά το αποτέλεσμα. Αυτό είναι ολοφάνερο σε όλες τις φωτογραφίες του 19ου αιώνα αλλά και των αρχών του 20ού. [...]
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]