Εγώ, Εσύ κι Αυτοί ζήσαμε τα πιο όμορφα χρόνια της ζωής μου. Μια ζωή γεμάτη Ευτυχία ζυμωμένη με Τρυφερότητα, συντηρημένη με Αγάπη κι αρωματισμένη με Γιασεμί... Εμείς, λοιπόν, Εγώ, Εσύ κι Αυτός, ζήσαμε τον παράδεισό μας, ώσπου Εσύ έφυγες, πήγες να ομορφύνεις έναν άλλο Παράδεισο... Εγώ κι Αυτός, που μείναμε, πονέσαμε, κλάψαμε... Μετά ήρθε η Άλλη, έχασα και Αυτόν κι έμεινα μόνη να θυμάμαι με Λαχτάρα Εσένα, την Αγάπη σου, το Γιασεμί σου... Ώσπου ήρθαν οι Άλλοι και μου πρόσφεραν την Αγάπη που μου έλειπε... Γνώρισα όμως, μιαν άλλη Αγάπη, πιο πιεστική, πιο απαιτητική, πιο συναρπαστική, πιο συγκλονιστική... Γνώρισα τον Έρωτα στον δικό μου, μικρό Παράδεισο... Πώς, πότε, γιατί ο καλός Θεός του Έρωτα αποφάσισε να μου κάνει έξωση απ` αυτόν τον Παράδεισο δεν το πολυκατάλαβα... Γιατί και οι Παράδεισοι, το έμαθα κι αυτό, φέρνουν πίκρες, απογοητεύσεις, πόνους, δάκρυα... Κι έτσι βρέθηκα Εγώ μονάχη. Ούτε Εσύ, ούτε Αυτοί, ούτε κανένας Άλλος. Ολομόναχη... Εγώ και η μοναξιά μου... Μια Μοναξιά που τελικά θα με καταβρόχθιζε αν δεν με έσωζες Εσύ... Εγώ κι Εσύ, Λοιπόν, πάλι. Και μπόλικο Γιασεμί...
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]