«Μια πόλη, μια χώρα και μια ολάκερη ήπειρος πνιγμένες σ` ένα πυκνό σύννεφο τρόμου και αγωνίας... Στρατιώτες περιπολούν στους δρόμους. Τεθωρακισμένα θραύουν την ησυχία. Γκρίζοι καπνοί τυλίγουν την ήρεμη άνοιξη. Οι κάτοικοι, αμίλητοι, με σκυφτούς ώμους, τρέμουν κλεφτοκοιτώντας από μισοανασηκωμένες γρίλιες... Όλα είναι μαύρα, ανώφελα, δίχως αύριο. Δίχως τέλος. Δίχως λύση... Μέχρι που δυο παιδιά -δυο σχεδόν οποιαδήποτε παιδιά- θα σκεφτούν, θα σχεδιάσουν και θα κάνουν το ακατόρθωτο. Το αδιανόητο. Την πρώτη πράξη αντίστασης στον κατακτητή. Μια πράξη απίστευτου θάρρους, ηρωισμού και αυταπάρνησης. Θα κατεβάσουν τη σημαία του εχθρού από τον ιστό της! Κι αυτό, μπροστά στη μύτη των πάνοπλων φρουρών της! Μα... είναι δυνατόν; Όχι, δε μπορεί. Θα `ναι παραμύθι. Παραμύθι για παιδιά...
Έτσι δεν είναι;
Εκτός κι αν η πόλη, η χώρα και η ήπειρος πάρουν ονόματα. Εκτός κι αν τα δυο παλικάρια δεν είναι ήρωες μιας τρελής, φανταστικής περιπέτειας γεμάτης αποκοτιά και κινδύνους, αλλά δυο πραγματικοί ήρωες - δυο μαχητές με σάρκα και οστά.
Γιατί τότε το όνειρο θα ξυπνήσει... και οι δυο σταγόνες της βροχής, οι δυο τόσες δα σταγόνες, θα κυλήσουν... θα κυλήσουν... και, συναντώντας κι άλλες στο διάβα τους, θα γίνουν ένα μαζί τους. Και θα σχηματίσουν τότε ένα ποτάμι: ένα ορμητικό ποτάμι ονείρου και ελευθερίας».
Η πραγματική ιστορία του Μάνου και του Τόλη, του Μανώλη Γλέζου και του Απόστολου Σάντα, των δυο αγοριών που σήκωσαν στις πλάτες τους έναν ολόκληρο σκλαβωμένο λαό, κατεβάζοντας τη μισητή σβάστικα των Ναζί από την Ακρόπολη των Αθηνών τα ξημερώματα της 31ης Μαΐου του 1941. Μια περιπέτεια που κόβει την ανάσα και, παράλληλα, μια ολοζώντανη περιγραφή εκείνων των ηρωικών και ζοφερών καιρών.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]