[...] Η συνεργασία με τον εχθρό περικλείει δυνητικά πράξεις, που ενδέχεται να διενεργηθούν στην καθημερινή ζωή του μέσου πολίτη, όπως είναι, π.χ., οι οικονομικές συναλλαγές ή η παροχή πληροφοριών, και εκτείνεται μέχρι ενεργειών, που θίγουν άμεσα τον δημόσιο βίο του κατεχόμενου κράτους, όπως συμβαίνει, για παράδειγμα, στην περίπτωση της αποδοχής θέσης αξιωματούχου σε κυβέρνηση, που διορίστηκε υπό την εποπτεία και την έγκριση της κατέχουσας εχθρικής δύναμης στο κατεχόμενο κράτος. Στην τελευταία περίπτωση, η συνεργασία με τον εχθρό αποκτά διεθνείς προεκτάσεις, καθώς τίθεται το ζήτημα της νομιμότητας μίας τέτοιας κυβέρνησης όχι μόνο από την άποψη του εσωτερικού δημοσίου δικαίου, αλλά και από την άποψη του διεθνούς δικαίου. Οι κυβερνήσεις, που σχηματίζονται κάτω από τους προαναφερθέντες όρους, περιγράφονται στη βιβλιογραφία του διεθνούς δικαίου συνήθως με τον όρο κυβερνήσεις "ανδρείκελων" (Puppet governments) προκειμένου να υποδηλωθεί η άμεση εξάρτησή τους από την Κατέχουσα Δύναμη.
Στην παρούσα εργασία εξετάζεται η νομική φύση των κυβερνήσεων, που συγκροτήθηκαν σε κατεχόμενα κράτη κατά την περίοδο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου από την προοπτική του διεθνούς δικαίου. Δεν αξιολογούνται τα πιθανά ευγενή ή πατριωτικά κίνητρα και οι πολιτικές εκτιμήσεις των προσώπων, που δέχθηκαν να συμμετάσχουν σε οντότητες του είδους αυτού. Το βιβλίο αυτό δεν αποτελεί δηλαδή μία ιστορική μελέτη του φαινομένου της συνεργασίας με την εχθρική Κατέχουσα Δύναμη, αλλά μία νομική εργασία στο ειδικό πεδίο του διεθνούς δικαίου. Στο πλαίσιο αυτό, αναλύεται ειδικότερα το διεθνές νομικό καθεστώς των κυβερνήσεων, που συστάθηκαν, στην κατεχόμενη Ελλάδα, κατά την περίοδο 1941-1944.
(από τον πρόλογο του βιβλίου)