Η Γέρμα, της οποίας το όνομα σημαίνει άγονη γη, είναι παντρεμένη με τον Χουάν και ποθεί, από τον άντρα της και μόνο, παιδιά. Ο Χουάν δεν μπορεί, δεν έχει την φλόγα να κάνει. Ο Βικτόρ που θα μπορούσε δεν της ανήκει. Ο άντρας της, βυθισμένος στις υποψίες για κείνη, καλεί τις αδερφές του στο σπίτι του να την παρακολουθούν.
Η Γέρμα, στην αγωνία της, φτάνει στην υστερία. Μια νύχτα σ` ένα μοναστήρι κάποιου γονιμικού άγιου, στην ύστατη ελπίδα της, πέφτει πάνω στον Χουάν που έχει κρυφτεί και ακούσει τον διάλογο ανάμεσα στην γυναίκα του και μια γριά η οποία της αποκαλύπτει ότι το φταίξιμο είναι του άντρα της. Όταν εκείνος, στα όρια του κυνισμού, της ομολογεί ότι νιώθει καλύτερα χωρίς παιδιά, εκρήγνυται και τον πνίγει.
Ο προδομένος έρωτας, η προδομένη φύση, το ανικανοποίητο της μητρότητας. Βλέποντας στον Χουάν και μόνο το παιδί της που δεν έρχεται τον σκοτώνει, σκοτώνοντας μαζί και την δυνατότητα γι`αυτό.
[Απόσπασμα από κείμενο παρουσίασης εκδότη ή έκδοσης]