Κάποιος που τον ξέχασε ο χρόνος παραμιλάει ακόμα τον ανεκπλήρωτο έρωτά του -υπάρχει αληθινός έρωτας που να εκπληρώθηκε ποτέ;- για μια γυναίκα. Όμορφη γυναίκα και ποιήτρια -συνδυάζονται αυτά; Το όνομά της Μαρία Πολυδούρη. Πάντα ανάμεσά τους ήταν ένας Άλλος. Κι όλα αυτά στη δεκαετία του `20 -μια δραματική εποχή. Το τότε και το τώρα. Η μετριότητα σ` όλες τις εποχές είναι αμείλικτη με ό,τι προεξέχει. «Μαρία;» Δεν πήρα απάντηση. Σηκώθηκα, πλησίασα το κρεβάτι της στις μύτες των ποδιών. Τα μάτια της κλειστά. Είχε κουλουριαστεί κάτω από τα σκεπάσματα μ` εκείνη την ευλυγισία που πετυχαίνουν κάποιες γυναίκες και όλες οι γάτες. Έσκυψα από πάνω της. Κράτησα την αναπνοή μου, για ν` ακούσω τη δική της. Τα πλευρά της κινούνταν ελαφρά και ρυθμικά. Κοιμόταν; Δεν κοιμόταν; Τράβηξα απαλά το σεντόνι και τη σκέπασα ώς τους ώμους. Γύρισα στο κρεβάτι μου, ξανά στις μύτες.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]