Σκαρίμπας: ".... Θα περιαυτολογήσω αμυνόμενος ενάντια στην επίθεση της δόξας που βάλθηκε σώνει και καλά να μου στεφανώσει το κεφάλι και να με κάμει μέγαν και σοφό δηλαδή επικίνδυνο για τους άλλους... Όμως εμένα που με βλέπετε, έχω κάμει πολύ αξιότερα πράγματα, για τα οποία καυχιέμαι και σεμνύνομαι - τα μόνα που θα παρουσιάσω μπρος τον Κύριο για να με δεχτεί στο αρχοντικό Του. Τους στέφανους δόξας θα τους πετάξει κλοτσιές όξω από την πόρτα ο θυρωρός και κλειδοκράτοράς του Άγιος Πέτρος...
Τι έκαμες, μπάρμπα-Γιάννη; θα μου πείτε. Τι έκαμα;... Περπάτησα, τραγούδησα και χάρηκα την πάσα μου χαρά και πάσα λύπη. Έπινα δίψινα νερό κι έβλεπα βλέπινα τον κόσμο. Γέλασα κι έκλαψα. Όποιον δεν γνοιαζόμουν τον άφηνα ήσυχον και πράον κι όποιον αγά-παγα, αν και χριστιανός δεν του `βγαζα το μάτι... Ε, τελοσπάντων, με χαίρονταν και τη χαίρομαν τη μάνα φύση, που με γέννησε, κάνοντας από μικρό παιδί πολλές τούμπες στο γρασίδι. Και, αχ, πόσο γαυρίαζα να κυνηγάω τις γάτες μ` ένα λάστιχο ή να μιμούμαι τον γιατρό! -τον Καραγκιόζη. "Σβερκίτις (εκραύγαζα) μετά κωλαντερίτιδος - χάπια από ταραμά κάθε έξι ώρες!"
(Στην οθόνη ο εισαγγελέας με ντουντούκα).
Εισαγγελέας: Ιωάννη Σκαρίμπα, βγες έξω με τα χέρια ψηλά, διαφορετικά διατάζω την αστυνομία να μπει μέσα!
(Ο Σκαρίμπας παίρνει την ντουντούκα του).
Σκαρίμπας: Εισαγγελέα, σε διατάζω να βγεις έξω!
Εισαγγελέας: Άσε τα καλαμπούρια! Παύσατε πυρ!
Σκαρίμπας: Τότε διατάζω ανατίναξη της οικίας μου, ανατίναξη του Καράμπαμπα, ανατίναξη της Χαλκίδας...
Σουρούπης: Ανατίναξη της Ελλάδας, που δεν είναι άξια να έχει ένα Σκαρίμπα!