Με τον Στρατή Δούκα, τον δάσκαλό μου, με σύνδεσε μια εικοσάχρονη μαθητεία. Όλα αυτά τα χρόνια, στις διάφορες διακυμάνσεις της ζωής μου, που με γέμισαν ενθουσιασμούς και απογοητεύσεις και, προπάντων, την ψευδαίσθηση ότι θα ανακάλυπτα με τη δράση τον εαυτό μου, ήξερα πως με περίμενε στο μικρό σπίτι της Ορμινίου 3, έτοιμος, προσφέροντάς μου, να με ησυχάσει.
Γιατί ο Στρατής Δούκας με τον πλούσιο ψυχισμό του, που αρμονικά συνυπήρχαν, σ` ένα ευρύ φάσμα, χιλιάδες αποχρώσεις, κάποτε αντιφατικές, και την κατακτημένη, από την πολύχρονη περιπέτειά του στον κόσμο αθωότητα, ήταν μια μεγάλη ψυχή που ήξερε ν` αγωνίζεται με τιμιότητα, ν` αφοσιώνεται ολόψυχα, ν` αφανίζεται για τους άλλους και να υποφέρει με εγκαρτέρηση. Ένας άνθρωπος που είχε μάθει να περιμένει μοναχός του μέσα στη νύχτα. [...]
(από την εισαγωγή του βιβλίου)