Ο Καζανόβα δεν είναι ούτε στοχαστής ούτε φιλόσοφος, είναι η `άτυπη` μορφή μιας μυθιστορηματικής comedia που επωμίζεται πολλαπλούς ρόλους: τσαρλατάνος, απατεώνας, μυστικός απεσταλμένος, κληρικός, στρατιωτικός, τέκτονας, ταξιδιώτης... και λιμπερτίνος χάρη στην παρουσία της γυναίκας, το σώμα της οποίας γίνεται γοητεία, συγκίνηση, εμμονή και συνείδηση, εν τέλει, όλων όσων γράφει. Το αφηγηματικό του πεδίο είναι απολύτως διάφανο και ο ερωτισμός του δίχως ελιγμούς, υπεκφυγές ή επιφυλάξεις· η πρακτική του θα πρέπει να ειδωθεί και να κατανοηθεί ως μια αιρετική άποψη, που ναι μεν υποστηρίζεται από τη γραφή αλλά σφυρηλατείται με τη βοήθεια μιας εικονοκλαστικής αφήγησης που απομακρύνει τα δεδομένα (τα στοιχεία από τα οποία δομείται ο λόγος του) από κάθε υποψία λογοτεχνικού συμβιβασμού ή προσαρμογής φραστικών περιστάσεων. Στον Καζανόβα η χρήση των λέξεων είναι εμμονή, αναζήτηση, ερωτική επιθυμία, αναζωπύρωση μνήμης και επίδειξη παρελθόντος προς δελεασμόν μέλλοντος. (Από την παρουσίαση της έκδοσης)
`Αγάπησα τις γυναίκες με πάθος αλλά ποτέ δεν τις έβαλα πιο πάνω από την ελευθερία μου...` γράφει κάπου στα απομνημονεύματά του ο Καζανόβα, κάνοντας, τρόπον τινά, τις προσωπικές του αποτιμήσεις. Όσο και να φαίνεται απίστευτο κανείς από τους αναγνώστες της Ιστορίας της ζωής μου δεν πρόκειται να το αμφισβητήσει. Κάθε μετακίνηση, κάθε αλλαγή στη ζωή του, κάθε μεγάλη περιπέτειά του συνοψίζεται στο τριαδικό: γυναίκα - ίντριγκα - ελευθερία. Το ταξίδι και η παραμονή στην Κωνσταντινούπολη και την Κέρκυρα -σε μια ειδυλλιακή δηλαδή Ανατολή- του νεαρού `ερωτύλου` και φιλοπερίεργου είναι ένα από τα πρώτα κεφάλαια ενός τεράστιου μυθιστορηματικού οικοδομήματος, που θα εξελιχθεί, μαζί με τον αιώνα του, θα επισκιάσει το αυστηρά προσωπικό περίγραμμα και θα γίνει η `μυθική βίβλος` του Λιμπερτινισμού.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]