Ένα κορίτσι κραυγάζει τρομοκρατημένο: μια μαχαιριά το παραλύει και το πετά βίαια στην απέναντι όχθη. Η Σόνια πέθανε· η παράσταση αρχίζει.
Οι πρώτες της κινήσεις διερευνούν. Οι πρώτες λέξεις γεμίζουν πεισματικά τον άγνωστο χώρο. Η Σόνια τινάζει από πάνω της το χώμα και προσπαθεί να συγκεντρώσει τα σκόρπια κομμάτια του εαυτού της. Η θεατρική πράξη τη συναντά ακριβώς εκεί που την εγκαταλείπει η ζωή. Δεν είναι βέβαια η πρώτη φορά στην παγκόσμια δραματουργία που ένας νεκρός κάνει την εμφάνισή του επί σκηνής. Δεν πρόκειται καν για καινοτομία του σύγχρονου θεάτρου, αφού τα πρωτεία τα διατηρεί ο Αισχύλος, με το φάντασμα του Δαρείου στους "Πέρσες". Ο τραγικός ποιητής γνώριζε πολύ καλά ότι για το δραματικό αποτέλεσμα δεν έχει καμία σημασία η βιολογική κατάσταση των προσώπων ενός έργου. Εκείνο που προέχει είναι η αμεσότητα του μηνύματος, η μέθεξη του θεατή.
Στο "Βαλς αρ. 6" τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο ωμά. Ο θάνατος της ηρωίδας αποτελεί το μέσο για την απελευθέρωση του υποσυνειδήτου της. Η απομόνωσή της στο χώρο και στον χρόνο εξυπηρετεί τη διερεύνηση των αδύτων της ψυχής της. Με αυτό το τέχνασμα αποκαλύπτονται χωρίς φραγμούς οι ενδόμυχες σκέψεις της, ενώ τα τραύματα που μέχρι τώρα κάλυπτε το δέρμα της (έστω διαταραγμένης) λογικής εμφανίζονται σε όλη την έκταση της μόλυνσής τους. Ο Ροντρίγκες δεν αρκείται σε μια απλή φωτογράφηση του προσώπου, αλλά δημιουργεί την ακτινογραφία του και την τοποθετεί αμείλικτα απέναντι στον θεατή. [...]
(από το κείμενο της Μαρίας Παπαλέξη, "Στην κόψη της ζωής...")