«...Μα είχα, φυσικά, συνείδηση του τι απαιτούσε τώρα από μένα ο θάνατος αυτών των τριών, τουλάχιστον στα χαρτιά πιο κοντινών μου ανθρώπων: όλη μου τη δύναμη, όλη την ισχύ της θέλησής μου. Η ηρεμία, με την οποία γέμιζα σιγά σιγά την τσάντα με τα απαραίτητα για το ταξίδι μου, παίρνοντας συγχρόνως υπόψη το άμεσο μέλλον μου, που το αναστάτωνε αυτό το αναμφίβολα φοβερό ατύχημα, μου προκάλεσε ανησυχία πολλή ώρα αφού είχα ετοιμάσει πάλι την τσάντα. Το ερώτημα αν αγαπούσα τους γονείς μου και τον αδελφό μου, στο οποίο είχα δώσει αμέσως την απάντηση φυσικά, παρέμενε όχι μόνο ουσιαστικά, μα και πραγματικά, αναπάντητο. Είχα ήδη από πολύ καιρό και με τους γονείς μου και με τον αδελφό μου μια λεγόμενη καλή, καίτοι τεταμένη, και κατά τα τελευταία χρόνια μόνο αδιάφορη σχέση. Ήθελα ήδη από πολύ καιρό να μην ξέρω τίποτε για το Βόλφζεγκ και συνεπώς γι` αυτούς, αντιστρόφως κι αυτοί για μένα, αυτή είναι η αλήθεια...»
Το τελευταίο μεγάλο μυθιστόρημα του Αυστριακού συγγραφέα, μια αποστολή στο ανεξερεύνητο και πάντοτε μη εξερευνήσιμο της ίδιας μας της φύσης.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]