Τα κείμενα που περιλαμβάνονται στον παρόντα τόμο αποτελούν μέρος του ερευνητικού προγράμματος με θέμα την `Διεθνοποίηση της πανεπιστημιακής και περιπανεπιστημιακής εκπαίδευσης και κατάρτισης στην Ελλάδα` που εκτέλεσε το Κέντρο Κοινωνικής Μορφολογίας και Κοινωνικής Πολιτικής (ΚΕΚΜΟΚΟΠ) του Τμήματος Κοινωνικής Πολιτικής και Ανθρωπολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου σε συνεργασία με το Κέντρο Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Οικονομικού Δικαίου (ΚΔΕΟΔ). Αφορμή για την έρευνα αυτήν έδωσαν μια σειρά από διαπιστώσεις που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι στον τομέα της εκπαίδευσης διατρέχουμε διεθνώς μια έντονα μεταβατική περίοδο με κύριο χαρακτηριστικό τις αλλεπάλληλες ανακατατάξεις που διαμορφώνουν ένα συνεχώς ανανεούμενο σκηνικό. Σημειώνεται, πρώτον, μια έντονη τάση προώθησης της τεχνολογίας και επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης. Εμφανίζεται, δεύτερον, μια γενικότερη τάση ανοίγματος του εκπαιδευτικού συστήματος των εθνικών κρατών προς τον έξω κόσμο, που προωθείται σε μεγάλο βαθμό από τους Διεθνείς Οργανισμούς με δύο κυρίως τρόπους: την προώθηση, από την μια μεριά, της διεθνούς συνεργασίας και την διαμόρφωση, από την άλλη, ενός ευρύτερου διεθνούς κλίματος κοινών εκπαιδευτικών προσανατολισμών και στόχων. Παρατηρείται, τρίτον, μια έντονη ροπή προς εμπορευματοποίηση της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Η τάση αυτή εκδηλώνεται με δύο, κυρίως, παράλληλες μορφές, την εξαγωγή εκπαιδευτικών προγραμμάτων και την εισαγωγή αλλοδαπών φοιτητών. Διαμορφώνεται έτσι μια έντονα διεθνοποιημένη αγορά εκπαιδευτικών υπηρεσιών που αναπτύσσεται γύρω από, και συχνά σε ανταγωνισμό προς, το επίσημο εκπαιδευτικό σύστημα, το οποίο εξακολουθεί να εμφανίζεται ως αποκλειστικό προνόμιο του εθνικού κράτους. Οι διαπιστώσεις αυτές οδηγούν στο συμπέρασμα ότι, όσο και αν εξακολουθεί η εκπαίδευση να αποτελεί αποκλειστική ευθύνη και έκφραση της ανεξαρτησίας του εθνικού κράτους, τα πράγματα δεν εξελίσσονται σε ένα κενό. Η εκπαιδευτική δραστηριότητα, ιδιαίτερα στην περίπτωση των χωρών - μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν μπορεί πια να λειτουργήσει ικανοποιητικά αν δεν κατευθύνεται από μια συνολική και μακροπρόθεσμη εκπαιδευτική πολιτική, που θα λαμβάνει σοβαρά υπόψη της τόσο το γενικότερο διεθνές εκπαιδευτικό κλίμα όσο και τους κοινούς προσανατολισμούς της εκπαιδευτικής πολιτικής και δράσης της Ένωσης. Μια αποσπασματική και εσωστρεφής εκπαιδευτική πολιτική, η οποία εξακολουθεί να παραμένει καθηλωμένη στα οργανωτικά σχήματα που εξυπηρετούσαν τις ανάγκες μιας παρωχημένης πια κοινωνικής δομής, θα είναι τελικά εντελώς αναποτελεσματική και θα βρίσκεται σε πλήρη αδυναμία να θέσει και να προωθήσει τους εθνικούς εκείνους στόχους που θα εξασφαλίζουν την πρόοδο και την κοινωνική συνοχή των γενεών που θα κληθούν να ζήσουν σε έναν κόσμο ρευστό και ανοικτό από παντού, και για τον λόγο αυτόν γεμάτο προκλήσεις αλλά και δυνατότητες.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]