[...] Το καινούργιο αυτό βιβλίο αποτελείται, όπως προαναφέραμε, από δύο μέρη. Στο πρώτο μέρος υπάρχουν μονόλογοι από έργα που γράφτηκαν στην αρχή και στη μέση της εποχής μας που άρχισε μετά τον Πόλεμο. Τότε δηλαδή που κυριαρχούσε η αισιοδοξία ότι όλα θα πάνε καλά κι όλοι θα αποκατασταθούν αισίως. Οι ήρωες των πρώτων αυτών μονολόγων, ουδέν υποψιάζονται, η αισιοδοξία της εποχής δεν τους επιτρέπει υποψίες και αμφιβολίες για τις καταστάσεις που βιώνουν. Ενεργούν, τέλεια συντονισμένοι με τα κελεύσματα των σύγχρονων καιρών, έχουν δαγκώσει δηλαδή γερά τη λαμαρίνα και δεν γνωρίζουν που πατούν και που βρίσκονται, απλώς τρέχουν λαχανιασμένοι και αγχωμένοι, προσπαθώντας να πραγματοποιήσουν τα όνειρά τους που άλλοι τους υποσχέθηκαν. Επειδή όμως αυτό που ζουν δεν είναι κι ένα πράγμα τόσο εύκολο και επειδή είναι ακόμα πολύ ζωντανοί άνθρωποι, κάτω από την επιφάνεια της αισιοδοξίας και της ηθελημένης χαράς στο υποσυνείδητό τους λειτουργούν βιαίως οι αιώνιοι μηχανισμοί του πεπρωμένου που επιδιώκουν να βγουν στην επιφάνεια και να τους πληροφορήσουν εγκαίρως πριν να είναι πολύ αργά. Η κρούστα όμως της επιφάνειας είναι ακόμα πολύ σκληρή, αδιαπέραστη σχεδόν, έτσι δημιουργούνται δονήσεις, μικροσεισμοί και παλμοί που δημιουργούν συμπεριφορές και αντιδράσεις στα όρια του κωμικοτραγικού. Όλες αυτές οι δυνάμεις που δεν βρίσκουν διέξοδο για να γίνουν λέξεις και γνώση, αλλά παραμένουν υπόκωφες, ανεξιχνίαστες καταστάσεις, γίνονται έμμονες ιδέες, ακραίες, παράλογες πράξεις, υστερικές εκρήξεις που τυραννούν τους ήρωες και προσπαθούν εμάς ως κοινό να μας πληροφορήσουν γι` αυτό που ακριβώς συμβαίνει προκαλώντας το γέλιο ή τον οίκτο μας.
Στο δεύτερο μέρος όλοι οι μονόλογοι έχουν γραφεί προσφάτως. Η εποχή επιτέλους έχει δείξει το πραγματικό της πρόσωπο. Η τζαμαρία της αισιοδοξίας έχει γίνει θρύψαλα από τις κοτρόνες της καθημερινής καταπίεσης. Οι άνθρωποι έχουν παύσει πια να πιστεύουν στα κελεύσματα της και αναγκάζονται να τα ακολουθούν με οικονομικούς εκβιασμούς. Οι αυταπάτες έχουν πάει περίπατο. Τα πράγματα έχουν σοβαρέψει. Τώρα αυτά που τους τυραννούν τους επιτρέπεται να τα αρθρώσουν και να τα βγάλουν στον αέρα. Αυτό που τους συμβαίνει είναι τόσο φρικτό, όσο και να θέλουν να το αγνοήσουν, δεν μπορούν. Βρίσκονται κοντά σ` ένα τέλος και η καινούργια αρχή που πρόκειται να ξεκινήσουν δεν προοιωνίζεται και τόσο ευχάριστη. Σε στιγμές μοναξιάς καταθέτουν τον πόνο τους, τολμούν να αναγνωρίσουν αυτό που ζουν, αλλά τους είναι εντελώς αδύνατον ακόμα να καταλάβουν τις αιτίες. Το χάος που θα ακολουθήσει, αν καταλάβουν τις αιτίες, τους φοβίζει και ανέχονται τους οικονομικούς εκβιασμούς των κυβερνήσεων σαν μια τελευταία πράξη παράτασης. Όπως καταλαβαίνετε, η ατμόσφαιρα στο δεύτερο μέρος είναι πιο βαριά, γιατί υπάρχει μεγάλη αμφιβολία για το είδος της συνέχειας.
[Απόσπασμα από το κείμενο της εισαγωγής της έκδοσης]