Η `Αμοργός` είναι διαποτισμένη από μια φυσικότητα που την κάνει να ηχεί τόσο όμορφα όσο και την εποχή που εκδόθηκε, πράγμα που για πολύ λίγα ποιήματα μπορούμε να πούμε. Όσες παρατηρήσεις κι αν κάνουμε λοιπόν για την `Αμοργό`, είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να εντοπίσουμε το μυστικό της. Ίσως, μια υπόθεση κάνω, το αληθινά εκπληκτικό μ` αυτό το ποίημα να είναι, απλώς και μόνον, αυτή η φυσικότητά του, η ισορροπία του νοήματος πάνω στη γλώσσα, ερήμην και των δύο. Δεν μπορούμε και πάλι να θίξουμε τον πυρήνα αυτής της φυσικότητας, η οποία εν τέλει είναι θείο δώρο, μπορούμε ωστόσο να παρατηρήσουμε τα εξωτερικά γνωρίσματα της `αισθητικής` της, κι ένα απ` αυτά είναι σίγουρα η εντύπωση ότι οι λέξεις συνδέονται μ` ένα φύσημα του ανέμου, είναι σα να λέμε ότι ανάμεσα στις λάμψεις και τις σκιές του νοήματος, καθώς αυτά εναλλάσσονται, δεν υπάρχει κανένας κραδασμός, δεν διακρίνει κανείς ανάμεσα στις φράσεις τις `ραφές`, ο πιο μουσικός ρυθμός, αυτός που τον ακούμε συνήθως να καταλήγει στη φανφάρα, ελέγχει το πηδάλιο μιας φωνής καθαρής και λείας, σχεδόν ακύμαντης. Αυτό το επίτευγμα δεν είχε ίσως σημειωθεί ξανά στα ελληνικά γράμματα απ` την εποχή του Σολωμού.
[Απόσπασμα από κείμενο παρουσίασης εκδότη ή έκδοσης]