(. . .) Ο Θεόδωρος Πρίντζης, στο πρώτο του μυθιστόρημα, σε κερδίζει με την ανάλαφρη μελαγχολία της γραφής του. Ο ήρωάς του, ένας σεσημασμένος αργόσχολος και πρώην εύπορος, αναδεικνύεται σε πανούργο της επιβίωσης. Εκμηδενίζοντας τις ανάγκες του, γραπώνεται (κι αυτός όπως και η υπόλοιπη οικογένεια) από τη σύνταξη της καθηλωμένης με Αλτσχάιμερ γιαγιάς. Κάτω από την ακύμαντη αφήγηση εκτυλίσσονται γκροτέσκα περιστατικά που παραπέμπουν στη μαύρη κωμωδία. Οικογενειακά δράματα, ερωτικές απογοητεύσεις, υπαρξιακές αναζητήσεις και, πάνω απ` όλα, μηχανορραφίες πάσης φύσεως διαπλέκονται με τη δέουσα παρωδία, αποδεικνύοντας τελικά την ανεπαίσθητη απόσταση που χωρίζει το σπασμό του γέλιου από του πόνου.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]