Μέσα από τούτη την αλληλογραφία, με τις αναπόφευκτες εκατέρωθεν αυτολογοκρισίες, αναδύονται στιγμές της ζωής των συνομιλητών. Ξετυλίγεται για άλλη μια φορά το νήμα της ζωής του Σεφέρη: η πολιτική, η ποιητική δημιουργία, οι άνθρωποι, οι φιλίες και οι αντιπάθειες, οι σπασμένες σχέσεις και οι καημοί του: η γλώσσα, η ανθρώπινη μοίρα σφιχτοδεμένη με την πραγματωμένη Ιστορία, η «αμυαλιά» των πολιτικών. Αλλ` υπάρχει και η μοίρα των τόπων, των τόπων μέσα στα πλοκάμια του χρόνου: η Ελλάδα, το Βυζάντιο, η Κύπρος. . . Ο Σεφέρης· ο Σεφέρης που γνωρίζουμε. Που μιλάει με τη βαριά, βαθιά, στοχαστική φωνή δασκάλου για όσα θα άξιζε τον κόπο να αναζητήσει και να ψαύσει κανείς κατεβαίνοντας μόνος σε κείνο το σκολιό μονοπάτι του «ένδον». (. . .) Πλάι σ’ αυτόν και σε κείνην που μοιράστηκε τη ζωή της μαζί του, μέσα από τις επιστολές αυτές ξεδιπλώνεται και η ζωή ενός άγνωστου ανθρώπου, από κείνους που δεν έγραψαν ποτέ το μυθιστόρημα της ζωής τους· ένα μυθιστόρημα που - δίχως καμιά αμφιβολία - το έζησαν, το έζησαν δίχως ποτέ να μας το διηγηθούν.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]