Το μυθιστόρημα αυτό, το οποίο εκδόθηκε όταν ο Τρούμαν Καπότε ήταν είκοσι τεσσάρων χρονών, κατέκτησε κοινό και κριτικούς, ενώ θεωρείται λογοτεχνικό ορόσημο των μέσων του 20ου αιώνα. Χρόνια αργότερα ο ίδιος ο συγγραφέας σχολιάζοντας το βιβλίο αυτό έγραφε: «Ήταν μια απόπειρα να ξορκίσω τους δαίμονές μου. Μια ασυνείδητη και ενστικτώδης προσπάθεια, αφού δεν είχα καμία επίγνωση, εκτός ίσως για κάποια γεγονότα και περιγραφές, ότι ήταν σε μεγάλο βαθμό αυτοβιογραφικό». Όταν η μητέρα του πεθαίνει, ο δωδεκάχρονος Τζόελ Νοξ, που ζει ως τότε στη Νέα Ορλεάνη, θα ταξιδέψει μόνος στο μαγευτικό και ταυτόχρονα εφιαλτικό αμερικάνικο Νότο για να ξανασμίξει με τον πατέρα του, ο οποίος τον είχε εγκαταλείψει. Θα φτάσει σ` ένα ξεπεσμένο και μισοερειπωμένο αρχοντικό όπου, αντί για τον πατέρα του, θα τον υποδεχτούν η βλοσυρή μητριά του και ο παράξενος, αν και γοητευτικός ξάδερφος Ράντολφ. Σιγά σιγά ο Τζόελ, αναζητώντας τις απαντήσεις στα αινίγματα του ενήλικου κόσμου για την αγάπη και το θάνατο, θα γνωριστεί με τα χρώματα, τις συνήθειες και τις δεισιδαιμονίες του Νότου, ενώ θα βρει τρυφερότητα και συντροφικότητα στη φιλική σχέση που αναπτύσσει με την Άινταμπελ, ένα τρομερό αγοροκόριτσο.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]