Το να προλογίζεις βιβλίο φίλου ακριβού και συναδέλφου διαπρέποντας -ύστερα μάλιστα από τιμητική παράκληση του ιδίου- είναι ασφαλώς προνόμιο που χαροποιεί μεν, αλλά και υποχρεώνει τα μέγιστα. Μια τέτοια άδολη χαρά εύκολα μετατρέπεται σε ετασμό επώδυνο, όσο και αν μένει ανομολόγητος τις περισσότερες φορές. Η φιλία και το ομότεχνο που καταρχήν θα `πρεπε να είναι οι καλύτερες προϋποθέσεις για να γνωρίσει κανείς και να ομολογήσει ευρύτερα εν χαρά την ευτυχή καρποφορία ενός τίμιου αγώνα στα συγκεκριμένα του αποτελέσματα, κάποτε μπορούν δυστυχώς να λειτουργήσουν και ως παγίδες. Άλλωστε, είναι γνωστό πως εκείνος που θα τολμήσει να κρίνει, πρωτίστως κρίνεται· και με τις δυο μάλιστα σημασίες που έχει στη Νεοελληνική η παθητική φωνή του απόκρημνου αυτού ρήματος.
Το πρώτο πάντως που πρέπει να δηλώσω υπεύθυνα και με απαραμοίωτο θαυμασμό, με τον οποίο από χρόνια παρακολουθώ την πνευματική πορεία και προσφορά του φίλου Καθηγητού της Συστηματικής Θεολογίας Λ. Σιάσου είναι ότι και το παρόν βιβλίο του αντανακλά τα κυριώτερα στοιχεία της ταυτότητάς του. Είναι δηλαδή εξόχως δηλωτικό και των ενδιαφερόντων του και των αρετών του γρηγορούντος πνεύματός του, που έμαθε πάντα να κινείται με την ελευθερία `ην Χριστός ημάς ηλευθέρωσε` ανάμεσα στα ιερά και τα θύραθεν -τη Θεολογία, τη Φιλοσοφία και την Λογοτεχνία- χωρίς να χάνει τον ειρμό, και χωρίς φόβο να ακρωτηριασθεί ο ίδιος στο ελάχιστο.
Όπως σαφώς φαίνεται από τα επί μέρους κεφάλαια του βιβλίου, πρόκειται για συναγωγή διαφόρων μελετημάτων, εισηγήσεων ή παρεμβάσεων εξ αφορμής πνευματικών συνάξεων και άλλων αναλόγων ευκαιριών. Δεν έχουμε δηλαδή την οργανική εξελικτική παρακολούθηση ενός κύριου θέματος -όπως συνήθως γίνεται σε μια ακαδημαϊκή διατριβή- αλλά μικρές θεματικές ενότητες, οι οποίες όμως συγκλίνουν ουσιαστικά εις το να αναδείξουν το ένα ζητούμενο, `ου εστί χρεία`. Πρόκειται για το μοναδικό θήραμα που είχαν πάντα προ οφθαλμών `οι εκζητούντες τον Κύριον`.
Ήδη ο τίτλος `Αίμα σταφυλής` εξυπακούει μυστικές `ζυμώσεις` και εσώτερους κραδασμούς που θα ήταν αδύνατον να αφήσουν αρυτίδωτη την λεκτική επιφάνεια.
Επειδή όμως αυτός ο συνειρμός `ζυμώσεων` και `μέθης` δεν αναφέρεται σε `κύπελλο` κοσμικών συμποσιαστών, αλλά στο δισκοπότηρο του `Αρνίου`, του εσφαγμένου από καταβολής κόσμου, γι` αυτό και τα κείμενα αυτά έχουν εν πολλοίς ένα χαρακτήρα βαθιά ιερατικό. Ο χαρακτήρας αυτός είναι έκδηλος πρωτίστως στους τίτλους των επί μέρους μελετημάτων, καθώς έχουν διατυπωθεί με λυρισμό δωρικής λιτότητας. Η λευϊτική όμως χροιά του λόγου διατηρείται επιμελώς και στην παράθεση ακρογωνιαίων χωρίων της Γραφής που δένουν άριστα με κατανυκτικά σπαράγματα από τους Πατέρες και από στυλοβάτες του νεώτερου Ελληνισμού, όπως ο Μακρυγιάννης, ο Σεφέρης ή ο Λορεντζάτος.[...]
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]