Ο συγγραφέας, όποιον θέλει σκοτώνει, γεννάει ανθρώπους, πολέμους, έρωτες. Παντοδύναμος. Έτσι και η Μαρίκα γράφει ένα μυθιστόρημα που αναφέρεται στον έρωτά της με τον Γιαννακό. Να `ναι το μυθιστόρημα αυτό σαν ένα ακόμη παιδί της - το πρωτότοκο -, αν αποκτήσει παιδιά ή αν γράψει κι άλλα! Αυτή την ανάγκη την έχει από μικρή. Γι` αυτό κεντάει εργόχειρα ολογέμιστα με χρυσοκλωστές και παραδοσιακά μοτίβα. Σωστά έργα τέχνης! Εμείς θα πεθάνουμε κι αυτά θα υπάρχουν· άσε με να κεντάω. Δε με κουράζει. . . μου αρέσει! Μήπως και η μουσική, για να ξορκίσει το θάνατο δε δημιουργήθηκε; Ο φόβος του θανάτου είναι ριζωμένος μέσα μας από τα γενοφάσκια μας!
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]